Ο πραγματικός Νονός εναντίον του κινηματογραφικού «Νονού»
Το βιβλίο «Γυρίζοντας τον Νονό» του Μαρκ Σιλ διαβάζεται σαν μια συναρπαστική περιπέτεια για τις αθέατες όψεις των γυρισμάτων μίας από τις σημαντικότερες δημιουργίες του παγκόσμιου κινηματογράφου
Είναι όλα εδώ. Η αγορά δικαιωμάτων του «Νονού» του Μάριο Πούζο έναντι 410.000 δολαρίων. H μεταμόρφωση του Μάρλον Μπράντο σε Δον Κορλεόνε μέσα σε 45 λεπτά στο σαλόνι του σπιτιού του. Η απόγνωση του Φράνσις Φορντ Κόπολα, που βλέπει τις ημέρες γυρισμάτων να προσθέτουν άγχος και μπελάδες στην προσωπική του ζωή. Ο αγώνας σκηνοθέτη και Paramount για να κλείσει το κάστινγκ, καθώς στην αρχή ο παραγωγός Ρόμπερτ Έβανς δεν θέλει τον Αλ Πατσίνο στον ρόλο του Μάικλ Κορλεόνε (παρατίθεται και η σχετική επιστολή του Κόπολα το 1983 με την οποία χρεώνει στον Έβανς «ηλίθια πολυλογία» και «γελοία υπεροψία»). Υπάρχουν όλα στο βιβλίο του Μαρκ Σιλ (Mark Seal) «Γυρίζοντας τον Νονό», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα και στα ελληνικά από το «Δίχτυ» (σε μετάφραση Δημοσθένη Χριστόπουλου).
Αλλά όπως σε όλες τις συναρπαστικές ιστορίες του Χόλιγουντ, κάποιες σκηνές έμειναν κρυφές και αθέατες από το κοινό. Αυτές αναδεικνύει η αφήγηση του δημοσιογράφου του «Vanity Fair», ο οποίος παράλληλα με τις συνθήκες που γέννησαν μία από τις σημαντικότερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου φωτίζει και την εποχή της.
Επιλέγουμε εδώ αντί άλλων επεισοδίων να θυμίσουμε τη σύγκρουση που αφορούσε μία λιγότερο γνωστή πτυχή της «περιπέτειας»: την ίδια τη Νέα Υόρκη ως τόπο γυρισμάτων. Ενώ ο Φ.Φ.Κόπολα προφανώς και ήταν ανένδοτος, καθώς η μητρόπολη πρόσφερε το ιδανικό σκηνικό για μια ταινία εποχής τοποθετημένη στη δεκαετία του 1940, ο παραγωγός Αλ Ράντι ήταν έτοιμος να αποδεχθεί τις πιέσεις της λεγόμενης Ιταλοαμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Δικαιωμάτων: ομάδας που είχε δημιουργηθεί για να αντιτάσσεται στη στερεοτυπική απεικόνιση των Ιταλοαμερικανών από τον κινηματογράφο, το θέατρο και την κυβέρνηση. «Αν η Paramount δεν έβαζε τέλος στο σχέδιό της να κάνει ταινία το βιβλίο, τότε η Ένωση θα τη σταματούσε με οποιονδήποτε τρόπο». Αυτή ήταν η κατάσταση που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο Κόπολα στην αρχή των γυρισμάτων.
Σαν να μην έφτανε αυτό, στην υποψηφιότητα της Νέας Υόρκης εναντιώνονταν τα συνδικάτα που έλεγχε η Μαφία, κυρίως εκείνο των Οδηγών Φορτηγών. Στις πιθανές εναλλακτικές πόλεις περιλαμβάνονταν μάλιστα το Κλίβελαντ, το Κάνσας Σίτι και το Σινσινάτι (που προφανώς λίγοι γνώριζαν ότι έπαιρνε το όνομά του από τον ρωμαϊκό βαθμό του κιγκινάτου). Ο Κόπολα θα επιμείνει μέχρι το τέλος και η Paramount θα δώσει τη συναίνεσή της με μισή καρδιά. Με τον τρόπο αυτό μία από τις μεγαλύτερες δημιουργίες της 7ης τέχνης ερχόταν αντιμέτωπη με την Ιταλοαμερικανική Ένωση, που πίεζε τους ηθοποιούς να αποσυρθούν από την παραγωγή. «Αρνήθηκε στα κινηματογραφικά συνεργεία την πρόσβαση σε σπίτια και επιχειρήσεις στη Μικρή Ιταλία και στο Λονγκ Άιλαντ, εκεί όπου σχεδίαζαν να κάνουν γυρίσματα και απείλησε να οργανώσει απεργία των σωματείων για να “στερήσει τα συνεργεία από οδηγούς και μεταφορείς – διανομείς υλικών», γράφει ο Μαρκ Σιλ.
Ο πραγματικός «Νονός»
Πίσω από αυτή την ενορχηστρωμένη «αντίσταση» βρισκόταν ένας άνθρωπος: ο ιδρυτής της Ένωσης, Τζο Κολόμπο, ένας επιδεικτικός μεσίτης ακινήτων από το Λονγκ Άιλαντ. Αυτός ήταν που κινητοποίησε δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές να βγουν στους δρόμους, διοργάνωσε έως και συναυλία με τον Φρανκ Σινάτρα –άλλον ένα πολέμιο της κινηματογραφικής μεταφοράς- και συγκέντρωσε για το ταμείο του αγώνα περίπου 600.000 δολάρια. Μαζί με τον δήμαρχο Τζον Λίντσεϊ και τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Νέλσον Ροκφέλερ θεωρούνταν οι πιο ισχυροί παράγοντες στην ομώνυμη πολιτεία. Εναντιωνόταν σε οποιαδήποτε αναφορά των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης περί Μαφίας, γεγονός που, όπως επισημαίνει ο Σιλ, ήταν ειρωνικό: «Γιατί ο Κολόμπο φερόταν να είναι το αφεντικό μιας από τις πιο ισχυρές οικογένειες της νεοϋορκέζικης Μαφίας».
Την ίδια περίοδο ο Κόπολα δεχόταν μια χειρόγραφη επιστολή από τον Τζον Σμερίλο, διοικητή της Οργάνωσης Βετεράνων, με την οποία ο τελευταίος τον καλούσε να επανορθώσει, ενώ η ταινία δεχόταν τα πρώτα τσιμπήματα από το κεντρί του πραγματικού «Νονού». «Υπήρχε πίεση στην εταιρεία, σε όλους μας» θυμόταν ο Αλ Ράντι. «Ένα πρώιμο σημάδι του προβλήματος ήταν το τηλεφώνημα από τον πιο διαβόητο μαφιόζο του Λος Άντζελες, τον Μίκι Κοέν», ο οποίος προσκαλούσε τον παραγωγό της Paramount σε γεύμα. Οι απειλές θανάτου έγιναν ρουτίνα, τα ανώνυμα τηλεφωνήματα έπεφταν βροχή, ενώ μία ημέρα εμφανίστηκε στα γραφεία της εταιρείας ένας μυστηριώδης άντρας μεταφέροντας μία επιταγή 1 εκατομμυρίου δολαρίων για να μην συνεχιστούν τα γυρίσματα.
Η κατάληξη ήταν να οργανωθεί ένα δείπνο ανάμεσα στον παραγωγό Αλ Ράντι και τον Τζο Κολόμπο, με τη μεσολάβηση του ατζέντη ειδικών αποστολών Έντι Γκολντστόουν. Η παρτίδα άλλαξε όταν ο Κολόμπο θεώρησε καλή ιδέα να δοθούν πολλοί ρόλοι κομπάρσων σε δικούς του Ιταλοαμερικανούς. «Οι προηγούμενοι χλευασμοί του πλήθους μετατράπηκαν σε ζητωκραυγές… Μέχρι το τέλος της συνάντησης ο Ράντι είχε κερδίσει το πλήθος. Ο παρίας είχε γίνει πρίγκιπας. Μία μεταμόρφωση που ο ίδιος ο Κολόμπο επισημοποίησε με την τοποθέτηση μιας καρφίτσας στο πέτο του Ράντι, με την οποία τον έχριζε ως έναν από τους “αρχηγούς” της Ιταλοαμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Δικαιωμάτων». Υπήρχε άλλη μία λεπτομέρεια, αλλά ο Ράντι είχε την τύχη με το μέρος του. Ο Κολόμπο ζητούσε την απαλοιφή όλων των αναφορών στη λέξη «Μαφία». Ο Ράντι γνώριζε, ωστόσο, ότι η λέξη ακουγόταν μόλις μία φορά.
- O Άλεκ Μπάλντουιν πήρε το όπλο του: Θα ξεσκεπάσω όλη την αλήθεια
- Καρκίνος: Η Ρωσία ρίχνει στη μάχη εμβόλιο που καταπολεμά τα καρκινικά κύτταρα
- Χαλκιδική: Ελεύθερος ο μηχανικός του λούνα παρκ που σκοτώθηκε ο 19χρονος
- Ρονάλντο για Βινίσιους: «Ο κορυφαίος παίκτης στον κόσμο είναι μαύρος και Βραζιλιάνος» (pic)
- «Αλ Τσαντίρι Νιουζ»: Ο Λάκης Λαζόπουλος επιστρέφει απόψε στις 21:00 με νέα εκπομπή
- Διαρροή πετρελαίου από διπλό ναυάγιο στη Μαύρη Θάλασσα – Σήμα κινδύνου και από τρίτο τάνκερ