Δύο «αντίπαλοι», ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Μπέντζαμιν Νετανιάχου διεκδικούν με αξιώσεις – όπως γράφουν οι Financial Times – να γίνουν οι δύο ισχυροί ηγέτες που θα αναδιαμορφώσουν τη Μέση Ανατολή, μετά και τις εξελίξεις στη Συρία.

Η Τουρκία του Ερντογάν εδώ και χρόνια μεθοδεύει με συνέπεια και συνέχεια την ενίσχυση της επιρροής της ως περιφερειακή δύναμη που θέλει να εξελιχθεί σε διεθνή παίκτη.

Η ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία, δείχνει να ανοίγει για τον Ερντογάν όπως επισημαίνουν οι FT έναν νέο δρόμο προς την περιφερειακή επιρροή, την αποδυνάμωση των Κούρδων της Συρίας, την ελάφρυνση του προσφυγικού πρόβληματος της Τουρκίας και την προσπάθειά του να παραμείνει στην προεδρία μετά το 2028.

Απειλή όχι μόνο για το Ισράηλ

Παρ’ όλα αυτά, οι συμμαχίες της Τουρκίας με ισλαμιστικές ομάδες όπως η HTS και η Μουσουλμανική Αδελφότητα θεωρούνται σοβαρή απειλή από το Ισραήλ αλλά και τις συντηρητικές μοναρχίες του Κόλπου, που δεν θέλουν να βλέπουν τέτοιες δυνάμεις να αναδύονται.

Ευκαιρίες αναγνωρίζει επίσης ο Νετανιάχου. Με τη Μέση Ανατολή σε αναταραχή, οι υποστηρικτές ενός Μεγάλου Ισραήλ – σύμφωνα με τους FT – βλέπουν μια ευκαιρία να ξανασχεδιάσουν τα σύνορα της περιοχής.

Το Ισραήλ

Την ίδια στιγμή το κίνημα των εποίκων πιέζει το Ισραήλ να επανακαταλάβει τμήματα της Γάζας. Η επερχόμενη κυβέρνηση Trump ενδέχεται να δώσει στο Ισραήλ το πράσινο φως για την επίσημη προσάρτηση τμημάτων της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης.

Και η «προσωρινή» κατοχή συριακών εδαφών από το Ισραήλ μπορεί να αποδειχθεί μόνιμη.

Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που υπογραμμίζουν ότι ο Νετανιάχουν βλέπει και λίγο μακρύτερα μια ευκαιρία για μια τελική αναμέτρηση με το Ιράν, το οποίο βρίσκεται στην πιο αδύναμη θέση εδώ και δεκαετίες, καθώς έχει δει τους συμμάχους του, την Χαμάς, τη Χεζμπολάχ και τον Άσαντ να καταστρέφονται.

Αδυναμίες στα όνειρα Ερντογάν και Νετανιάχου

Ωστόσο, για τους FT, τα όνειρα των δύο ηγετών για περιφερειακή κυριαρχία πάσχουν από παρόμοιες αδυναμίες.

«Το Ισραήλ και η Τουρκία είναι μη αραβικές δυνάμεις σε μια περιοχή με αραβική πλειοψηφία. Δεν υπάρχει καμία διάθεση στον αραβικό κόσμο για μια αναδημιουργία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το Ισραήλ παραμένει μια αουτσάιντερ δύναμη στη Μέση Ανατολή, φοβισμένη, καχύποπτη και συχνά μισητή», όπως σημειώνεται. Έχουν επίσης πολύ αδύναμη οικονομική βάση για να φιλοδοξούν να αποκτήσουν πραγματική περιφερειακή κυριαρχία. Η τουρκική οικονομία μαστίζεται από τον πληθωρισμό, ενώ το Ισραήλ είναι μια μικρή χώρα με λιγότερους από 10 εκατ. κατοίκους. Ακόμη

Σημαντικό στοιχείο πως οι αντίπαλες φιλοδοξίες του Ερντογάν και του Νετανιάχου θα μπορούσαν εύκολα να συγκρουστούν στη Συρία, η οποία κινδυνεύει να γίνει πεδίο μάχης για ανταγωνιστικές περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Σαουδική Αραβία και οι χώρες του Κόλπου.

Ο παράγοντας Σαουδική Αραβία

Εκτιμάται δε ότι η Σαουδική Αραβία και τα κράτη του Κόλπου αισθάνονται πιο άμεση απειλή από τις ισλαμιστικές συμμαχίες της Τουρκίας παρά από τις εδαφικές φιλοδοξίες του Ισραήλ.

Ωστόσο το Ριάντ γνωρίζει ότι η επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα έχει τρομοκρατήσει μεγάλο μέρος του αραβικού κόσμου και διστάζει να προσεγγίσει τον Νετανιάχου για να σταματήσει τον Ερντογάν.

Ισραήλ και Τουρκία διαθέτουν ισχυρούς στρατούς. Όμως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν οικονομική δύναμη.

Για τον αρθρογράφο των FT οποιαδήποτε πορεία αποφασίσει να ακολουθήσει το Ριάντ θα μπορούσε να διαμορφώσει τη Μέση Ανατολή ακόμη πιο ριζικά από τις ενέργειες του Ερντογάν και του Νετανιάχου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι διπλωματικές πηγές στην Αθήνα βάζουν στην ίδια εξίσωση και το γεγονός πως η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα αναζητήσουν, ίσως στη Σαουδική Αραβία, τον χρηματοδότη της ανοικοδόμηση της Συρίας, κάτι που θα έχει ιδιαίτερη σημασία.

Η δήλωση Φιντάν

Η Τουρκία αν και θέλει να καθίσει στο τραπέζι των ισχυρών, αναγνωρίζει τις παγίδες που κρύβει η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ. Και κυρίως τον κίνδυνο αν οι εξελίξεις εκτραπούν από αυτό που η Δύση επιδιώκει η Τουρκία να βρεθεί στο εδώλιο του κατηγορουμένου.

Σε αυτό το πλαίσιο ήρθε και η δήλωση του τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν πως «θα ήταν σοβαρό λάθος να χαρακτηριστεί αυτό που συμβαίνει στη Συρία κατάληψη της εξουσίας» από την Τουρκία.

Για τον Φιντάν δε «γι’ αυτό είναι κεφαλαιώδης η συνεργασία. Οχι η τουρκική κυριαρχία, όχι η ιρανική κυριαρχία ή η αραβική κυριαρχία, αλλά η συνεργασία».

Όπως είπε «η αλληλεγγύη μας προς τον συριακό λαό δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται ή να ορίζεται σήμερα ως εάν εμείς να κυβερνούσαμε τη Συρία. Θεωρώ πως αυτό θα ήταν λάθος».

Την ίδια στιγμή το γεγονός ότι η Άγκυρα ζητά από τους τζιχαντιστές, που έχουν καταλάβει την εξουσία στη Συρία να χειριστούν «σωστά» το ζήτημα των Κούρδων της Συρίας. Δηλαδή να τους αποδυναμώσουν.

Γιατί ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον Ερντογάν και την υστεροφημία του, αλλά και για την Τουρκία συνολικότερα είναι η δημιουργία κουρδικού κράτους. Κάτι που αποτελεί το αντίβαρο που χρησιμοποιεί το Ισραήλ στην εύθραυστη ισορροπία που διαμορφώνεται στη Συρία.

Να σημειωθεί εδώ πως και η τουρκική κυβέρνηση διατηρεί την Hayat Tahrir al Sham στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων, παρά τις επαφές τους.

Γεωπολιτικό σκάκι

Η Τουρκία έχει σαφώς αναβαθμίσει το ρόλο της σε ένα γεωπολιτικό σκάκι που φέρεται να είναι ο εκτελεστικός βραχίονας του σχεδιασμού για τη νέα Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ που παραμένει στο παρασκήνιο όσον αφορά το ρόλο του στις εξελίξεις είναι πιο ισχυρό και πιο κοντά στις ΗΠΑ.

Η Μέση Ανατολή είναι ένα παιχνίδι ισορροπιών που ακόμα παραμένει ιδιαίτερα επικίνδυνο και ρευστό.

Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά πως οι ΗΠΑ όχι μόνο δεν εγκατέλειψαν την Τουρκία, όταν αγόρασε τους S-400 από τη Ρωσία, αλλά επέμειναν εμφατικά, έστω και αν χρησιμοποίησαν τακτική κυρώσεων σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως τα F-35, στην σημασία της Άγκυρας και στην ανάγκη σε καμία περίπτωση να μην αποδεσμευτεί η Τουρκία από τη δυτική επιρροή.

Σήμερα η Τουρκία είναι ακόμα πιο σημαντικός παίκτης, που καταφέρνει να ισορροπεί ακόμα και με το Ισραήλ, ενισχύοντας το διπλωματικό της κεφάλαιο, στη γεωπολιτική σκακιέρα. Ακόμα και αν η κατάσταση στη Μέση Ανατολή παραμένει εξαιρετικά ρευστή και δεν προσφέρεται για προβλέψεις, η Τουρκία αποδεικνύει ότι δεν επιτρέπει να την αγνοούν και δηλώνει παρούσα στις εξελίξεις.