Απόψε είναι βραδιά γιορτής. Η Ακαδημία Αθηνών τιμά τον Γιάννη Μόραλη.

Η προσωπικότητα, το κύρος και η προσφορά του κυρίου Μόραλη στην πνευματική ζωή της χώρας μας είναι πέραν αμφισβητήσεως. Εκτός τούτων, έχει τιμηθεί από την Ακαδημία με το αριστείο. Υπήρξε επί μακρότατον χρόνο καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών και δάσκαλος λαμπρός πολλών σημερινών σημαντικών καλλιτεχνών. Για τούτους τους λόγους η τιμή προς αυτόν είναι οφειλόμενη. Θα ήθελα να επεκταθώ λίγο περισσότερο στην παρουσία και στο διδακτικό έργο του Γιάννη Μόραλη στην Ανωτάτη Σχολή των Καλών Τεχνών, γιατί πιστεύω ότι με την είσοδό του σ’ αυτήν ως καθηγητή δεν γυρίζει απλώς μια σελίδα για το ίδρυμα αυτό της τέχνης, αλλά αρχίζει ένας νέος τόμος στην ιστορία της.


Σ’ αυτήν την εποχή, τέλος της δεκαετίας του ’40, οι φωτεινές προσωπικότητές της είναι: ο Κεφαλληνός, ο Πρεβελάκης και ο Τόμπρος, εκπρόσωπος της μοντέρνας τέχνης. Ο Παρθένης έχει παραιτηθεί, και έτσι έχει μειωθεί ο αριθμός των προοδευτικών, με αποτέλεσμα να επικρατεί στη Σχολή το πνεύμα του συντηρητισμού. Θα πρέπει να πω ότι κυριαρχείται η Σχολή από αυτό το πνεύμα ή από την αντίληψη ενός παρεξηγημένου εμπρεσιονισμού τόσο από την πλευρά των δασκάλων όσο και από την μεριά μαθητών, οι οποίοι αντιδρούν σε ό,τι καινούργιο έχει αξία, προσκολλημένοι σε μια λανθασμένη παράδοση την οποία συνεχίζουν αλληλοδιδασκόμενοι. Ο Matisse και ο Picasso, κατά την κρίση τους, είναι φαιδροί και χλευάζονται. Διασώζονται μόνο στη γλυπτική ο Bourdelle, ο Maillol, ο Despiau, επειδή είναι έκδηλες στο έργο τους οι ρίζες από την εύρωστη γλυπτική της Ολυμπίας. Είναι διδασκαλία την οποία κατηύθυνε προς τα εκεί ο Τόμπρος, μαζί με κάποιες επιδράσεις από την μοντέρνα γλυπτική, που αναφέρονται κυρίως στον Zadkine.

Τη στιγμή εκείνη, της καλλιτεχνικής πενίας για εμάς, προετοιμάζονται αλλού τα τολμηρά κινήματα και οι νέες αντιλήψεις στη μεταπολεμική πορεία, κι αφού έχει προηγηθεί, δεκαετίες πριν, στις αρχές του αιώνα, η επανάσταση της σύγχρονης τέχνης.


Ο αναχωρήσας Παρθένης αφήνει μετέωρους τους λίγους μαθητές του και οι λίγοι επίλεκτοι του Κεφαλληνού –κατά την αριστοκρατική του συνήθεια– αποτελούν μικρή μερίδα, η οποία συνθλίβεται από την μετρίου επιπέδου πλειονότητα.

Η εκλογή του Μόραλη συμβάλλει στην ενίσχυση τής έως τότε μειονότητας των προοδευτικών και υψηλοτέρου πνευματικού επιπέδου στοιχείων. Δημιούργησε έκπληξη το ότι εξελέγη καθηγητής σε νεότατη ηλικία –μόλις έχει συμπληρώσει τα τριάντα– και αφήνει πίσω σημαντικούς καλλιτέχνες της παλιότερης γενιάς, οι οποίοι έπονται και γίνονται δεκτοί αργότερα, όπως ο ατυχής Παπαλουκάς. ∆εν είναι τυχαίο πως εμπιστεύονται τον νέο δυναμικό καλλιτέχνη, του οποίου έχουν εκτιμήσει τα έως τότε δημιουργικά επιτεύγματα με μια σειρά έργων αντιπροσωπευτικών της εποχής του, τα οποία είναι από τις σημαντικότερες καταθέσεις στο πανόραμα της νεοελληνικής ζωγραφικής.


Ποιοι είναι όμως αυτοί που τον εμπιστεύονται; Όχι μόνον εκείνοι τους οποίους χαρακτήρισα ως φωτεινά προοδευτικά πνεύματα αλλά προφανώς και εκείνοι που ήσαν προσδεδεμένοι σε συντηρητικές αντιλήψεις. Επομένως, τιμή και σ’ εκείνους, γιατί είχαν την πίστη πως ανοίγονταν οι πόρτες της Σχολής σ’ έναν πολύ σημαντικό καλλιτέχνη της νέας γενιάς της εποχής και μεγάλο του μέλλοντος. Επιπλέον, είχαν διαβλέψει την ικανότητά του ως δασκάλου. ∆εν διεψεύσθησαν στις προβλέψεις τους.

Αρχικά, στην προπαρασκευαστική τάξη, όταν υπήρχε ακόμα, κατορθώνει, όντας άριστος σχεδιαστής, να εμπνεύσει στους μαθητές του το σταθερό και γερό υπόβαθρο του σχεδίου, ώστε να αποβάλουν τις κατ΄ εξοχήν ευκολίες, του σαν σύννεφο σφουμάτου (σ.σ. τεχνική που συνίσταται στην απαλή φωτοσκίαση και στην αρμονική μετάβαση από τον έναν χρωματικό τόνο στον άλλον), που διακινούντο έως τότε, και να ενθαρρύνει τη μοναδικότητα του καλλιτέχνη, την ανησυχία, τον προβληματισμό του, σε αντίθεση προς την εξίσωση της ατάραχης ομοιομορφίας. Όταν λίγο μετά περνάει στο Εργαστήριο, από την πρώτη στιγμή γίνεται δεκτός με ενθουσιασμό τόσο από τους νέους μελλοντικούς καλλιτέχνες που σπουδάζουν όσο και από το καλλιτεχνικό σινάφι αλλά και από το φιλότεχνο κοινό. Το πρόσωπό του ασκεί έλξη σαν πόλος θετικός. Σπάνιο για ένα ζωγράφο να έχει την ομόφωνη επιδοκιμασία.


Το Εργαστήριό του κατακλύζεται από τους πολλούς, που θέλουν να παρακολουθήσουν αυτόν και μόνο. Κι αν ήταν οι σπουδαστές αυτοί που ζητούσαν μια γωνιά κάπου στο αδιαχώρητο του Εργαστηρίου, όμως ήταν και εκείνοι οι δίχως σπουδαστική ιδιότητα, αλλά με τη σφοδρή επιθυμία να τον ακούσουν έστω, που επέτειναν τη στενότητα του χώρου.

Δίδαξε, και άκουσαν περίπου δύο γενιές τον δάσκαλο που μιλούσε τη γλώσσα της ζωγραφικής και που ξαναζωντάνεψε νεκρωμένες αρχές, όπως τη σύνθεση, έχοντας κι αυτός μαθητεύσει παντού, πιο πολύ στην αρχαιότητα, στις επιτύμβιες στήλες.


Ως άριστος δάσκαλος, άφηνε τον κάθε έναν να αναπτύξει την όρασή του και την οπτασία, φτάνει να διέθετε, ακολούθως, το προσωπικό του ιδίωμα, και τον ενεθάρρυνε. Μέσα από τα έργα των μαθητών του διέβλεπε κανείς –ακριβέστερα, ήσαν ολοφάνερα– τα γερά στηρίγματα που τους έδινε.

Ώριμοι, όπως και νεότεροι συνάδελφοί μας, με ενεργό συμβολή στην τέχνη του τόπου μας, όπως και σημερινοί δάσκαλοι, υπήρξαν μαθητές του. Και πλήθος καλλιτεχνών το χάρισμα αυτό να έχουν μαθητεύσει κοντά του, το φέρουν ως τίτλο τιμής.

Προσηνής, αγαπητός, γλυκύτατος, φίλος με όλους, αποσπούσε εύνοια από τις συναισθηματικές υπάρξεις του άλλου φύλου, με τη γοητεία του δασκάλου και τη θέρμη του φίλου.

Με την είσοδο του Γιάννη Μόραλη η Σχολή ευθύς αμέσως παίρνει πνοή και την ενισχύουν νέες προσωπικότητες, όπως εκείνη του Γιάννη Παππά, ακολουθούν του Παύλου Μυλωνά, του Σπύρου Παπαλουκά, του Ευθύμη Παπαδημητρίου (ο θάνατος επήλθε προ της αναλήψεως των καθηκόντων του), του Κώστα Γραμματόπουλου, του Γιώργου Μαυροΐδη, του Θανάση Απάρτη, του Νίκου Νικολάου. Όλοι αυτοί συμβάλλουν στην ανανέωσή της, σύμφωνα με το πνεύμα της νεότερης τέχνης, όσο και στην αναδιοργάνωση.


Αν ο Μόραλης δεν ήταν ο προπομπός στο αναμορφωτικό πνεύμα, σίγουρα η εξέλιξη της εκπαιδεύσεως στην τέχνη του τόπου μας, όπως και η φυσιογνωμία του εκπαιδευτικού ιδρύματος της τέχνης, θα ήταν άλλες. Σε εποχή που –από τα μέσα του 20ού αιώνα– συντελούντο ζυμώσεις και ανακατατάξεις στην καλλιτεχνική γένεση ανά τον κόσμο, ενώ εδώ, στον τόπο μας, λίμναζαν ακόμα υπόλοιπα του Μονάχου, που είχε προηγουμένως επιτελέσει αποστολή και έργο.

Είχα την τύχη και την τιμή για χρόνια να συγκαταλέγομαι στους συναδέλφους του δασκάλου. Οι συναντήσεις μας ήταν αραιές, γιατί η στεγαστική μιζέρια της Σχολής επέβαλλε διασπορά των χώρων διδασκαλίας. Οι συνεδριάσεις ήταν ευκαιρία συναντήσεων. Καμιά φορά αυτές έπαιρναν τροπή θυελλώδη. Αλλά όσο φουρτουνιασμένη εξέλιξη κι αν ακολουθούσαν, ο Γιάννης Μόραλης είχε τρόπο να φέρνει ηρεμία και ισορροπία. Το χιούμορ ποτέ δεν απουσίασε, ούτε λιγόστεψε μέχρι σήμερα από την κουβέντα του. Το σκορπούσε πριν καθίσουμε στο τραπέζι των συνεδριάσεων, κι ήταν απαραίτητο ένα λογοπαίγνιο ή το ανέκδοτό του. Δείγμα πολιτισμού.


Σήμερα τον τιμά το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα, το οποίο του έχει απονείμει χρόνια πριν –το θυμίζω γιατί έχει περάσει τόσος καιρός– το Αριστείο των Καλών Τεχνών. Θα απορήσετε γιατί καθυστέρησε τούτη η τιμητική εκδήλωση. ∆εν θα μπορούσα να σας απαντήσω. Ξέρω πάντως ότι ο Γιάννης Μόραλης δεν συμπαθεί τις συγκινήσεις και τις εκδηλώσεις αγάπης. Μια δεύτερη και σίγουρη απορία σας θα είναι και τούτη: το γιατί δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των μελών του ένας καλλιτέχνης αναμφισβήτητης αποδοχής και τέτοιου κύρους, και που φαντάζεστε, δικαιολογημένα, ότι θα γινόταν δεκτός διά παμψηφίας, ώστε η παρουσία του να τιμά την Ακαδημία. Εξεδηλώνετο επανειλημμένα, και σε εμένα προσωπικά κάποτε, με τούτον τον αφορισμό: «Έχω πει στον εαυτό μου πως δεν θα γίνω ποτέ διευθυντής ή πρύτανης της Σχολής, ούτε και ακαδημαϊκός». Δεν θέλησε. Υπήρξε συνεπής.

Φίλε μας Γιάννη, είσαι ένας σπουδαίος, μεγάλος ζωγράφος. Έβαλες το αγκωνάρι σου στη σύγχρονη νεοελληνική τέχνη. Έχεις να προσφέρεις κι άλλα πολλά ακόμη. Όλοι εμείς θαυμάζουμε την τέχνη σου και σε αγαπάμε.

*Ομιλία που είχε εκφωνήσει ο διαπρεπής ζωγράφος και χαράκτης Παναγιώτης Τέτσης (1925-2016) τη Δευτέρα 29 Απριλίου 1996, με αφορμή τα εγκαίνια της έκθεσης έργων ζωγραφικής του Γιάννη Μόραλη στο μέγαρο της Ακαδημίας Αθηνών (επιμελητές της έκθεσης ήταν οι ακαδημαϊκοί Παναγιώτης Τέτσης και Χρύσανθος Χρήστου).


Ο Παναγιώτης Τέτσης

Ο επιφανής ζωγράφος και χαράκτης Γιάννης Μόραλης, μια από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της ελληνικής τέχνης του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στην Άρτα στις 23 Απριλίου 1916 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 20 Δεκεμβρίου 2009.

Καλλιτέχνης που επηρέασε καθοριστικά το τοπίο της μεταπολεμικής τέχνης στην Ελλάδα, τόσο με το εικαστικό έργο του όσο και με τη διδασκαλία του, ο Μόραλης πέτυχε στη ζωγραφική του τη σύζευξη του κλασικού με το μοντέρνο.


Αν και ενδιαφέρθηκε για ποικίλες θεματικές κατηγορίες, όπως το τοπίο ή η νεκρή φύση, η δημιουργία του, τόσο στη ρεαλιστική όσο και στη γεωμετρική φάση της, είναι ουσιαστικά ανθρωποκεντρική, με άξονα τον έρωτα και το θάνατο.

Αγαπημένος τόπος έμπνευσης, δημιουργίας και περισυλλογής ήταν για τον Μόραλη το σπίτι του στην Αίγινα.