«Η Αθήνα αν και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως πόλη με υπερτουρισμό, ωστόσο παρουσιάζει μια “τουριστική ευθραυστότητα” και μια ευαισθησία στην πίεση των υποδομών της από την άνοδο του τουρισμού τα τελευταία χρόνια».

Σε αυτό το βασικό συμπέρασμα καταλήγει -μεταξύ άλλων- η Μελέτη Φέρουσας Τουριστικής Ικανότητας που διενεργήθηκε μέσα στο 2024 για τον προορισμό της Αθήνας από τον Δήμο Αθηναίων μέσω της Αναπτυξιακής Αθήνας Α.Ε. και σε συνεργασία με το Τμήμα Τουριστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά και το Τεχνικό Γραφείο «Γκοιμίσης και Συνεργάτες». Η Μελέτη αυτή -που σημειώνεται ότι εκπονείται για πρώτη φορά από ευρωπαϊκή πρωτεύουσα προτού ακόμη βρεθεί αντιμέτωπη με το πρόβλημα του υπερτουρισμού- αποτέλεσε από την αρχή, βασική προτεραιότητα της σημερινής διοίκησης του δήμου.

Όπως ανέφερε σε σχετική δήλωσή του, ο Δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας, για πρώτη φορά παραδίδεται από τη δημοτική αρχή μία τόσο εμπεριστατωμένη μελέτη για τις αντοχές της πόλης μπροστά στις αυξημένες τουριστικές ροές των τελευταίων ετών.

«Η Μελέτη Φέρουσας Ικανότητας μάς προσφέρει ένα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα: τη δυνατότητα να λειτουργήσουμε προληπτικά. Να δούμε ποια είναι η πραγματική κατάσταση στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας, ώστε να μπορέσουμε να δράσουμε με σχέδιο τα επόμενα χρόνια. Είναι ξεκάθαρο ότι η ελληνική πρωτεύουσα θα πρέπει να υιοθετήσει πολιτικές και πρακτικές σαν να είχε υπερτουρισμό χωρίς να έχει, ώστε να μη γίνει “θύμα” της επιτυχίας της», τόνισε χαρακτηριστικά.

Από την πλευρά του, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Αναπτυξιακής Αθήνας, Ιωάννης Γεώργιζας, επισήμανε ότι ο Δήμος Αθηναίων, μετά την ολοκλήρωση αυτής της Μελέτης, είναι πλέον σε θέση να κάνει τα επόμενα ουσιαστικά βήματα προς όφελος της πρωτεύουσας.

Σύμφωνα με τα καταγεγραμμένα στοιχεία, εντοπίζονται χωρικές υπερ-συγκεντρώσεις σε συγκεκριμένες κορεσμένες γειτονιές του κέντρου της πόλης (Εμπορικό κέντρο, Μοναστηράκι – Πλάκα, Ψυρρή – Κουμουνδούρου, Μακρυγιάννη) στις οποίες παρατηρούνται διαχρονικά σημαντικές πιέσεις από μόνιμους κατοίκους και επισκέπτες/τουρίστες, καθώς και υψηλές καταναλώσεις σε νερό, ενέργεια και απορρίμματα (αιχμές σε κορεσμένες περιοχές).

Τάσεις τουριστικοποίησης – πιέσεις παρατηρούνται στις γειτονιές μέτριου και χαμηλού κορεσμού (Δουργούτι, Φωκίωνος Νέγρη, Κάτω Πατήσια, Άγιος Νικόλαος, Αμπελόκηποι), με αντίστοιχες σημαντικές επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο και την αγορά.

Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν 14 κορεσμένες γειτονιές (9,7% του συνόλου) στην 1η και 2η Δ.Κ. και 17 Μετρίου Κορεσμού (11,8%) στην 1η, 2η, 3η, 5η, 6η και 7η Δ.Κ. ως εξής:

Κορεσμένες γειτονιές

  • 1η Δ.Κ.: Ιουλιανού – Φιλαδέλφειας, Άγιος Παύλος, Άγιος Κων/νος – Πλατεία Βάθης, Μουσείο, Εξάρχεια, Ψυρρή – Κουμουνδούρου, Εμπορικό Κέντρο, Κολωνάκι, Μοναστηράκι – Πλάκα, Μακρυγιάννη, Βεΐκου, Κουκάκι
  • 2η Δ.Κ.: Καλλιρρόης, Δουργούτι Ι

Μετρίου Κορεσμού

  • 1η Δ.Κ.: Λόφος Στρέφη, Νεάπολη Ι, Κολωνάκι – Λυκαβηττός, Ιλίσια – Πάρκο
  • 2η Δ.Κ.: Πλαστήρα, Λόφος Λαμπράκη, Δουργούτι ΙΙ
  • 3η Δ.Κ.: Κεραμεικός, Καμπά, Θησείο
  • 5η Δ.Κ.: Άγιος Ελευθέριος Ι
  • 6η Δ.Κ.: Πλατεία Αττικής, Πλατεία Βικτωρίας
  • 7η Δ.Κ.: Πεδίο Άρεως, Κουντουριώτικα, Αμπελόκηποι Ι, Άγιος Θωμάς

Ταυτόχρονα, σε 27 γειτονιές συνδυάζονται υψηλές τιμές κορεσμού με υψηλές μέσες τιμές ενοικίων.

Ζήτημα Φέρουσας Ικανότητας τόσο για τον μόνιμο κάτοικο όσο και για τον επισκέπτη, φαίνεται να αποτελεί η επιβάρυνση που δέχεται διαχρονικά η πόλη σε τουρισμό και δίκτυα (ύδρευση, απορρίμματα, ενέργεια).

Ένα ακόμη βασικό συμπέρασμα είναι ότι η επισκεψιμότητα της Αθήνας κατά την υψηλή τουριστική περίοδο (Μάιος – Οκτώβριος) δεν επιβαρύνει περισσότερο την πόλη, καθώς ο μόνιμος πληθυσμός εγκαταλείπει την Αθήνα, με αποτέλεσμα το ισοζύγιο μόνιμου κατοίκου και επισκέπτη να τείνει να παραμένει σχεδόν σταθερό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία (2021-2023) παρατηρήθηκε διαχρονική αύξηση του συνολικού όγκου απορριμμάτων κατά την τουριστική και μη τουριστική περίοδο, σε ποσοστά 2,6% και 6,3% αντίστοιχα. Τη μεγαλύτερη πίεση από τον τουρισμό υφίστανται η 1η, 2η και 3η δημοτική κοινότητα, ενώ στην 1η δημοτική κοινότητα περισσότερο από το 50% της συνολικής παραγωγής απορριμμάτων, κατανάλωσης ενέργειας και νερού προέρχεται διαχρονικά από τους επισκέπτες.

Η 1η Δημοτική Κοινότητα εμφανίζει τη μεγαλύτερη οικονομική εξάρτηση από τον τουρισμό, ενώ η σημασία του αναγνωρίζεται περισσότερο στις περιοχές με αυξημένη τουριστική δραστηριότητα. Παρόλα αυτά υπάρχουν τάσεις αρνητικής ή ουδέτερης άποψης για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του. Οι κάτοικοι έχουν σαφή αντίληψη ότι ο τουρισμός συμβάλλει σε κάποιο βαθμό στην αύξηση των αποβλήτων στην περιοχή τους, αντιλαμβάνονται μέτρια έως αρκετή την επίδρασή του στην ησυχία, καθώς και στην κυκλοφοριακή πίεση που αισθάνονται. Η αύξηση των ενοικίων αποτελεί τη σημαντικότερη αρνητική επίπτωση παρότι αναγνωρίζουν ότι δεν αφορά μόνο τον τουρισμό.

Η πλειοψηφία των κατοίκων της Αθήνας δεν θεωρεί ότι ο τουρισμός επηρεάζει έντονα τις τοπικές συμπεριφορές και νιώθει άνετα με την τουριστική παρουσία. Υπάρχει θετική αντίληψη για τον τουρισμό σε ποσοστό 53%, παρά τις διαφορές μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών περιοχών.

Από τα αποτελέσματα της Μελέτης, προκύπτει ότι απαιτείται μια ισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη του τουρισμού, προς όφελος τόσο των κατοίκων όσο και των επισκεπτών.

Η ομάδα εργασίας κατέληξε στη διαμόρφωση επτά πυλώνων στρατηγικής που εστιάζουν στη ρύθμιση τουριστικής ανάπτυξης και υποδομών, στη ρύθμιση βραχυχρόνιων μισθώσεων (STR), στα οικονομικά μέτρα και τη φορολογία τουρισμού, στην προώθηση βιώσιμου και υπεύθυνου τουρισμού, στις δράσεις για την προστασία της τοπικής κοινότητας, στην επένδυση σε υποδομές και δημόσιες υπηρεσίες και στη διαχείριση των τουριστικών ροών και της συμφόρησης. Οι στρατηγικές εξειδικεύονται με ένα πλαίσιο 63 δράσεων με αποτυπωμένους φορείς, συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και ενέργειες που θα πρέπει να υλοποιηθούν.

Δημιουργία Παρατηρητηρίου Βιώσιμου Τουρισμού

Η Μελέτη, όπως επισημαίνεται από τον Δήμο Αθηναίων, οδηγεί στη δημιουργία ενός Παρατηρητηρίου Βιώσιμου Τουρισμού, μητροπολιτικού χαρακτήρα, το οποίο θα ενσωματώνει τις προτάσεις πολιτικής και το σχέδιο δράσης του δήμου, αξιοποιώντας δεδομένα σε πραγματικό χρόνο, με σκοπό την ανάλυσή τους στο πλαίσιο της αειφορίας – βιώσιμης ανάπτυξης (περιβάλλον, κοινωνία, οικονομία) και της διπλής μετάβασης (πράσινος και ψηφιακός μετασχηματισμός).

Στο πλαίσιο της Μελέτης, διεξήχθησαν δύο ανοιχτές διαβουλεύσεις (Ιούνιο και Δεκέμβριο), πρωτογενής έρευνα με 788 απαντημένα ερωτηματολόγια από όλες τις δημοτικές κοινότητες της Αθήνας και 18 ημι-δομημένες συνεντεύξεις με όλους τους θεσμικούς φορείς του Τουρισμού με σκοπό την ποιοτική ανάλυση των προτάσεών τους, ενώ πραγματοποιήθηκε ανάλυση της διεθνούς εμπειρίας (best practices), σε όλους τους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς.

Μπορείτε να δείτε τα αποτελέσματα/συμπεράσματα της Μελέτης εδώ: https://www.dropbox.com/scl/fo/qumx3obd8gol1nk618d4d/ALNzLOOygKiSzk1Nt0AvWKk?rlkey=lbp55j1wv8yg1ufjixrkn5vps&e=1&dl=0