Ρασπούτιν: «Αμαρτήστε μαζί μου»
Όλη η ρωσική κοινωνία ήταν έτοιμη για έναν Ρασπούτιν
- Τουλάχιστον 891 Ισραηλινοί στρατιώτες νεκροί μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Γάζα - Το αρνητικό ρεκόρ
- Στην Ικαρία αδερφές μου, στην Ικαρία: Τα μυστικά της μακροζωίας στο νησί του Αιγαίου
- Να μοιράζομαι το κρεβάτι με τον σκύλο μου; Σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να τον εκπαιδεύσουμε
- Missing alert για 33χρονο στον Βόλο που δεν έχει δώσει σημεία ζωής για έξι ημέρες
[…]
Φαίνεται σαν μυθιστόρημα, αλλά είναι αλήθεια ότι ένας αγράμματος και έκφυλος ψευτοκαλόγηρος έγινε ο πραγματικός κυρίαρχος της Ρωσίας κατά την κρισιμώτερη περίοδο της ιστορίας της. Είναι ιστορικώς εξακριβωμένο ότι υπουργοί, στρατηγοί, μητροπολίται και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας διωρίζοντο με την εύνοια του Ρασπούτιν και απελύοντο με τη δυσμένειά του. Και ο πρίγκιψ Γιουσούπωφ, με τον φόνο του μάγου αυτού, θέλησε ακριβώς να τερματίση τη φοβερή αυτή κατάσταση, να σταματήση το κατρακύλισμα, να προλάβη την κατάρρευση. Διότι ήταν φανερό ότι ο έκφυλος ψευτοκαλόγερος ενεργούσε σαν όργανο μιας επίσης έκφυλης κλίκας αυλικών. Το δράμα Γιουσούπωφ – Ρασπούτιν ήταν έκφραση μιας μακροχρόνιας πάλης μεταξύ δύο παρατάξεων μέσα στη ρωσική Αυλή.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.10.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στην Αυλή: Ο Τσάρος Νικόλαος Β’ ανέβηκε στον θρόνο το 1894, χωρίς πραγματικά να θέλη το αξίωμα αυτό. Θα προτιμούσε να ζήση μια ήσυχη οικογενειακή ζωή, ασχολούμενος με το κυνήγι και το ψάρεμα. Αλλά εκληρονόμησε τον αυτοκρατορικό τίτλο από τον ισχυρό πατέρα του Αλέξανδρο Γ’ και δεν μπορούσε να αποποιηθή την κληρονομιά. Ήταν καθήκον. Και θεωρούσε καθήκον του επίσης να συνεχίση το απολυταρχικό σύστημα του ισχυρού πατέρα του, ενώ αυτός ο ατυχής ήταν μια μηδαμινότης, ένα αδύνατο πλάσμα χωρίς γνώμη και χωρίς θέληση. Πήρε σύζυγο μια Γερμανίδα πριγκίπισσα, την Άλεξ της Έσσης. Και εκείνη είχε υπεραρκετή δύναμη θελήσεως ώστε να κατευθύνη τον τσάρο. Το οικογενειακό δράμα του τσάρου και της τσαρίνας επηρέασε φοβερά την ψυχολογία τους. Απέκτησαν τέσσερις αλλεπάλληλες θυγατέρες και μόνο το 1904 απέκτησαν αγόρι. Αλλά ο διάδοχος αυτός ήταν αιμοφιλικός. Και από τότε ιδίως άρχισε ο ψυχοπαθολογικός μυστικισμός να κυριαρχή στην Αυλή. Η υγεία του διαδόχου ήταν το πρώτιστο εθνικό ζήτημα, που απορροφούσε ολοκληρωτικά τη σκέψη του αυτοκρατορικού ζεύγους. Η τσαρίνα έφερνε στο παλάτι διάφορους τσαρλατάνους για να θεραπεύσουν τον Τσάρεβιτς, και μερικοί από τους τσαρλατάνους αυτούς αποκτούσαν μεγάλη επιρροή στην Αυλή. […] Η τσαρίνα, ξένη μέσα στο παράξενο ρωσικό περιβάλλον, ένοιωθε γύρω της εχθρότητα. Αγωνιούσε να σώση τον εαυτό της από την εχθρότητα αυτή, τον άνδρα της από τους συνωμότες και το παιδί της από τον θάνατο. Γι’ αυτό παρεδίδετο ολοκληρωτικά σε διάφορους απατεώνες, που την έπειθαν ότι διέθεταν θεϊκή δύναμη. Έτσι, ήταν έτοιμη να δεχθή τον χειρότερο απ’ όλους, τον Ρασπούτιν.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.10.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Και όλη η ρωσική κοινωνία ήταν έτοιμη για έναν Ρασπούτιν. Ήταν μια φοβερή εποχή γενικής καταπτώσεως και διαφθοράς, όπως φάνηκε το 1905, όταν η τότε άγνωστη και μικρή Ιαπωνία εξευτέλισε τον στρατό και τον στόλο της κραταιάς Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Η φοβερή αυτή ήττα επροκάλεσε σε μερικούς μια διάθεση ανορθώσεως, αλλά στους πολλούς ένα αίσθημα εγκαταλείψεως και μηδενισμού. Η πιο νοσηρή θρησκοληψία κατέκτησε την κοινωνία. Πάμπολλοι άγιοι, προφήτες, θαυματοποιοί, απόστολοι και θεραπευτές κυκλοφορούσαν σε πόλεις και χωριά, διάφορες αιρέσεις ιδρύθηκαν. Μερικοί απ’ αυτούς ήσαν ειλικρινείς, θύματα ενός ψυχισμού, αλλά οι περισσότεροι ήσαν αγύρτες, διεφθαρμένοι, που δεν πίστευαν τίποτε, αλλά εξαπατούσαν πλούσιους και φτωχούς πιστούς. Και μέσα στην τότε γενική ψυχολογία, η κοινωνία δεχόταν με μεγαλύτερο ενδιαφέρον τους αγίους και αποστόλους εκείνους που παρουσίαζαν τη μεγαλύτερη ιδιορρυθμία, που εκήρυσσαν τα πιο τερατώδη δόγματα. Και το δόγμα του Ρασπούτιν ήταν τερατώδες μαζί και ελκυστικό: «Αμαρτήστε μαζί μου, για να συγχωρεθήτε. Ενωθήτε μαζί μου σωματικώς και πνευματικώς, για να εξασφαλίσετε την αιώνια ζωή».
Γεννήθηκε το 1871 (σ.σ. ως επικρατέστερη χρονολογία γεννήσεώς του αναφέρεται το έτος 1869) στο χωριό Ποκρόβσκογιε της επαρχίας Τομπόρσκ, πέρα στη Σιβηρία, ο Γρηγόρης Εφήμοβιτς. Ο πατέρας του ήταν ένας μέθυσος αδιάντροπος χωρικός, που οι συγχωριανοί του τον ωνόμασαν «Ρασπούτιν» εξ αιτίας της διαγωγής του. Η λέξις σημαίνει έκφυλος ή διεφθαρμένος. Και ο χαρακτηρισμός αυτός πέρασε στο παιδί, στον Γρηγόρη, σαν επώνυμο. Ο Γρηγόρης δεν κατώρθωσε να μάθη γράμματα, αλλά ήταν πανύψηλος και δυνατός στα χέρια, συνεπώς αποδοτικός εργάτης. Παντρεύθηκε μια καλή νέα του χωριού, την Όλγα Τσανίγκωφ, το 1895 και απέκτησε μαζί της δυο κόρες και ένα αγόρι. Θα τέλειωνε ήσυχα τη ζωή του στο χωριό, δουλεύοντας και μπεκροπίνοντας, αν δεν περνούσε απ’ εκεί ένας καλόγερος, απόστολος της αιρέσεως «Χλίστι». Η αίρεση αυτή εδίδασκε τη σωτηρία της ψυχής διά της μετανοίας. «Θα συγχωρεθήτε αν μετανοήσετε πραγματικά, για οποιαδήποτε αμαρτία». Ο άξεστος Γρηγόρης Εφήμοβιτς Ρασπούτιν άλλαξε κάπως τη διδασκαλία αυτή, σύμφωνα με τις κτηνώδεις ορέξεις του. Τοποθέτησε την αμαρτία πρώτα απ’ όλα. «Αμαρτήστε, για να μετανοήσετε και να σωθήτε».
Ιλιγγιώδης ήταν η σταδιοδρομία του. Μόλις τρία χρόνια μετά την αναχώρησή του από το χωριό, έφθασε το 1907 στην πραγματική έδρα της τσαρικής εξουσίας, δηλαδή στα ιδιαίτερα διαμερίσματα της τσαρίνας. Κατώρθωσε να γοητεύση τον πνευματικό εξομολογητή της αυτοκράτειρας, τον αρχιμανδρίτη Θεοφάνη, κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής της Πετρουπόλεως, και εκείνος τον εισήγαγε στην Αυλή. Έτυχε τότε να βελτιωθή η υγεία του μικρού διαδόχου και έτσι η τσαρίνα επείσθη ότι ο ψευτοκαλόγερος ήταν απεσταλμένος του Θεού. Τον εγκατέστησε στα διαμερίσματά της και τον παρουσίασε σε όλη την Αυλή σαν ιερό πρόσωπο, το μόνο ικανό να σώση τον Τσάρεβιτς, τον τσάρο και τη Ρωσία.
Στην αρχή ο άξεστος χωριάτης δεν ανακατευόταν στην πολιτική. Τον απασχολούσαν ολοκληρωτικά τα φαγοπότια και τα σαρκικά όργια με τις κυρίες της Αυλής, για τη σωτηρία της ψυχής τους. Τον ανέμιξαν όμως στην πολιτική διάφοροι έξυπνοι παράγοντες, για να αξιοποιήσουν προς το συμφέρον τους την κυριαρχική του επιρροή πάνω στην τσαρίνα, η οποία με τη σειρά της κυβερνούσε τον τσάρο. Και φυσικά, αφού ήταν ιερωμένος, οι επεμβάσεις του άρχισαν από την Εκκλησία, από διορισμούς και απολύσεις ανωτέρων κληρικών. Η κλίκα που χρησιμοποιούσε τον Ρασπούτιν πήρε τις καλύτερες θέσεις, η Ιερά Σύνοδος έγινε τυφλό όργανό του και οι κληρικοί της αντίπαλης κλίκας διώχθηκαν. Το σκάνδαλο πήρε μεγάλες διαστάσεις, διότι οι ευνοηθέντες ήσαν γνωστοί για τη διαφθορά τους. Κάποιος από τους διωχθέντες ωργάνωσε απόπειρα δολοφονίας του Ρασπούτιν, αλλά αυτό ακριβώς επηύξησε το γόητρο του καλόγερου μέσα στην Αυλή. Διότι η αυτοκράτειρα επείσθη ότι «ο Θεός έσωσε» τον αγαπημένο της. Έπειτα απ’ αυτό η επέμβαση του Ρασπούτιν επεξετάθη και στα διοικητικά θέματα, ακόμη και στην ανώτερη πολιτική. Δηλαδή, αυτός δεν καταλάβαινε τίποτε απ’ αυτά, ούτε τον ενδιέφερε τίποτε άλλο από το φαγοπότι και τις ηδονές, αλλά μια από τις ανακτορικές κλίκες τον διηύθυνε όπως ήθελε αυτή.
Τέλος του 1914 άρχισε ο μεγάλος πόλεμος. Ο τσάρος, τελείως ανίδεος από στρατιωτικά, σωματική και ψυχική μηδαμινότης, ανέλαβε την αρχιστρατηγία αυτοπροσώπως και εγκατεστάθη στο μέτωπο. Η τσαρίνα παρέμεινε στο παλάτι, με πλήρεις και απεριόριστες αυτοκρατορικές εξουσίες. Δηλαδή, ο Ρασπούτιν έγινε ο πραγματικός απόλυτος κύριος της Ρωσίας, ο τσάρος χωρίς στέμμα. Πρωθυπουργοί και υπουργοί και άλλοι αξιωματούχοι άλλαζαν σύμφωνα με τα εκάστοτε γούστα του ψευτοκαλόγερου. Ο γερμανικής καταγωγής τελετάρχης Στούρμερ, ένα γελοίο υποκείμενο, έγινε πρωθυπουργός, αλλά σε λίγο έχασε την εύνοια του Ρασπούτιν και απελύθη. […]
Στον πόλεμο ο ρωσικός στρατός πάθαινε πανωλεθρίες, γιατί δεν είχε οπλισμό και οργάνωση. Στο εσωτερικό, ο λαός πεινούσε και η κρατική μηχανή είχε παραλύσει. Στα ανάκτορα, η κλίκα του Ρασπούτιν ωργίαζε. Και τότε μερικές ομάδες ευγενών εθεώρησαν χρέος τους να γλυτώσουν τη Ρωσία από τον αφανισμό. Μια απ’ αυτές ήταν η ομάδα του πρίγκιπα Γιουσούπωφ.
[…]
Κινήματα και συνωμοσίες αγνών εθνικοφρόνων πατριωτών, στρατιωτικών και πολιτευτών, σκοπό τους είχαν να σώσουν το καθεστώς, να προλάβουν την τελική του κατάρρευση, που την έβλεπαν να εγγίζη. Μερικοί από τους συνωμότες αυτούς έφθασαν στην απόφαση να δολοφονήσουν τον τσάρο και την τσαρίνα για να τοποθετήσουν στον θρόνο κάποιο άξιο μέλος της οικογενείας των Ρωμανώφ ή κάποιον άλλο συγγενή. Ο Γιουσούπωφ και οι φίλοι του έβλεπαν το πράγμα διαφορετικά. Έβλεπαν ότι η κυριώτερη κακοποιός δύναμη ήταν ο καλόγερος, το όργανο και στήριγμα μιας διεφθαρμένης κλίκας, που κατηύθυνε τη ζωή της χώρας διά μέσου της τσαρίνας. «Για να σωθή ο τσάρος πρέπει να πεθάνη ο Ρασπούτιν». Αυτό ήταν το συμπέρασμά τους. Και απεφάσισαν να τον σκοτώσουν.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.10.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στο παλάτι του πρίγκιπα, το βράδυ της 17 Δεκεμβρίου 1916 (σ.σ. 30 Δεκεμβρίου με το νέο ημερολόγιο), ο καλόγερος βρήκε τον Γιουσούπωφ και τους φίλους του. Ήταν ο μέγας δουξ Δημήτριος Παύλοβιτς, ο πρίγκιπας Πουρίσκεβιτς, ο ευγενής γιατρός Στανίσλας Λαζοβέρτ και μερικοί άλλοι. Έφαγαν, ήπιαν, γλέντησαν με την καλύτερη ρωσική παράδοση. Στο κρασί που έπινε ο καλόγερος υπήρχε υδροκυάνιο. Αλλά το φοβερό αυτό δηλητήριο δεν έφερνε γοργό αποτέλεσμα, διότι ο Ρασπούτιν έτρωγε συγχρόνως άφθονα γλυκίσματα και το ζάχαρο εξουδετέρωνε το υδροκυάνιο. Για να μη χάνουν καιρό, τον αποτελείωσαν με σφαίρες. Έριξαν το πτώμα στο ποτάμι, τον Νέβα. Αλλά την επόμενη ημέρα κάτι φάνηκε να επιπλέη και η αστυνομία ανέσυρε το πτώμα.
Το έργο του πρίγκιπα Φέλιξ Γιουσούπωφ δεν επέφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Βέβαια, έγινε φοβερή αναταραχή, αλλά καμμιά αλλαγή. Η τσαρίνα έθαψε το πτώμα του μάγου της σε μεγαλοπρεπή τάφο, μέσα στον κήπο του παλατιού της, και πήγαινε εκεί κάθε μέρα για να προσευχηθή. Ήταν πλέον παρανοϊκή. Η διοικούσα κλίκα έμεινε ακλόνητη. Και η Ρωσία κατέρρεε.
Ο Γιουσούπωφ άργησε. Αν είχε ενεργήσει μερικά χρόνια νωρίτερα, ίσως θα έσωζε την πατρίδα του. Έσωσε μόνο τη ζωή του από την επαναστατική λαίλαπα που ξέσπασε έπειτα από λίγους μήνες. Κατέφυγε στο Παρίσι με τη γυναίκα του και με τα κινητά στοιχεία της περιουσίας του, και έζησε εκεί μισόν αιώνα, χωρίς σοβαρή ασχολία, κοσμικός κύριος. Συχνότατα οι άνθρωποι έκαναν σύγχυση και τον ωνόμαζαν «πρίγκιπα Ρασπούτιν».
*Κείμενο που έφερε τον τίτλο «Αυτός που σκότωσε τον Ρασπούτιν» και είχε δημοσιευτεί στον «Ταχυδρόμο» στις 20 Οκτωβρίου 1967, με αφορμή τον πρόσφατο τότε θάνατο του πρίγκιπα Φέλιξ Γιουσούπωφ (1887-1967), κληρονόμου ενός από τα μεγαλύτερα ονόματα της τσαρικής Ρωσίας. Ο πλουσιότατος αριστοκράτης, σύζυγος ανιψιάς του τσάρου Νικολάου Β’, ήταν εκείνος που το 1916, σε ηλικία 29 ετών, δολοφόνησε το διαβόητο Ρασπούτιν. Έκτοτε, επί μισόν και πλέον αιώνα, επέπρωτο να ζήσει σαν μια ανάμνηση του βδελυρού καλόγερου και τίποτα άλλο.
Ο Γρηγόρης Εφεμίοβιτς Νόβιχ, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως Ρασπούτιν, γεννήθηκε στη Σιβηρία τον Ιανουάριο του 1869 και απεβίωσε στην Αγία Πετρούπολη στις 30 Δεκεμβρίου (17 Δεκεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1916.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις