Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Ο δίγλωσσος και δίψυχος
Το ελληνικό φως, ο ελληνικός ο αέρας
- Ένας νεκρός και μία σοβαρά τραυματίας σε τροχαίο στο Ηράκλειο (φωτογραφίες)
- Στραμμένες στη διαμόρφωση της πολιτικής Τραμπ οι αγορές - Αναμένεται άνοδος μετοχών, δολαρίου και χρυσού
- Φίνος Φιλμ: Η ανάρτηση για την επέτειο του θανάτου της Έρρικας Μπρόγιερ
- Στο Κατάρ ο ΥΠΕΞ της Συρίας Αλ Σιμπάνι - Δεύτερος σταθμός μετά τη Σαουδική Αραβία
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ποιητής με τον πεζό το λόγο, και κάποτε, μα πολύ σπάνια, με το στίχο, ένας από τους ξεχωριστούς αρμονικούς αντιπροσώπους της νέας και άμουσης ακόμα σε πολλά ελληνικής ψυχής. Μέσα στο έργο του, το απλό και το αστόχαστο, που συνεχίζει και τελειώνει τη βυζαντινή παράδοση σε κάποια της σημαντικά στοιχεία, και στα καλά και στα πονηρά, ακόμα και με τα νεκρά της γλώσσας και του ύφους, τα σπαρμένα μέσα εκεί και κρατημένα με κάποιο πείσμα και με κάποια αντίσταση και με όλη την επιμονή του ανθρώπου του αναθρεμμένου καλογερικά, με τη μνήμη του και με την καρδιά του γιομάτη από βιβλικά ρητά και λειτουργικά τροπάρια. Εξακολουθεί και συμπληρώνει τη βυζαντινή παράδοση με κάτι τι μονότροπο και σχεδόν ακίνητο, με κάποια χάρη και συγκρατημό και αφέλεια και σοβαρότητα που δεν της λείπει το χαμόγελο, και με θρησκευτικότητα που δεν της απολείπει ολότελα και η έγνοια του κοσμικού· με τρόπους και με θέματα, με σχήματα και με μικρογραφήματα, με ιστορίες και με ζωγραφιές που θυμίζουν κάποιες «μινιατούρες» των πατέρων μας μέσα στα Βαγγέλια και στα προσευχητάρια, ό,τι πιο δέξιο και ό,τι πιο λεπτότερο έχει να δείξει η βυζαντινή τέχνη κάθε φορά που με λιγοστά μέσα κατορθώνει πολλά και συγκινεί δυνατά· πιο κοντά, στ’ αποτελέσματα τούτα, με την κλασική τέχνη, με την αρχαία την ομορφιά.
Το έργο τούτο είνε μαζί δροσολογημένο από το γλυκοχάραμα των νέων καιρών. Ο καλόγερος ποιητής, σχεδιάζοντας συχνά πυκνά «τα γερά ελληνικά» του σκολειού του για να διαβαστή από τους, σαν εκείνον, γραμματισμένους, καθώς φαντάζεται, και διαβασμένους αναγνώστες του, ο ποιητής αυτός είνε διπρόσωπος.
Με την ψυχή του την άλλη, που δεν είνε ξεραμένη από του σκολειού την παράδοση, βλέπει, κουβεντιάζει, ανασταίνει, χρωματίζει, κάνει μουσική τη σκέψη του, ανοίγει τα παράθυρα του σπιτιού του για νάμπη καθαρό μέσα του το ελληνικό φως, ο ελληνικός ο αέρας, ανοίγει διάπλατες τις πόρτες του, για να μπη μέσα στο σπίτι του και να καθήση και να μιλήση και να κλάψη και να χορέψη και να ζωγραφιστή και να ζήση διαλεμένη, ξεκαθαρισμένη, για πάντα χωρίς πόζα, χωρίς ρητορική, χωρίς καμμιάν έγνοια να φαντάξη και να δειχθή, και για τούτο σημαντικώτερη και αληθινώτερη, απαλή κ’ ευγενική πάντα κ’ εκεί που σαν πρόστυχη φέρνεται κ’ εκεί που σαν ακάθαρτη ξεμυτίζει, η Ρωμιοσύνη κάποιων τόπων μας, μέσα στα νησιά μας, στις ήμερες ακρογιαλιές μας, στα ζωγραφισμένα μας βουνά, στα ζαφειρένια μας κύματα, στα πρασινισμένα μας τα καλύβια, μικροί και μεγάλοι, άντρες και γυναίκες, άνθρωποι φτωχοί και λαϊκοί και ακέριοι και αγνοί και παραστατικοί μέσα στα πάθη τους, στις αγάπες τους, στα γλέντια τους και στα μεθύσια τους, στο σάλεμα και στην ακινησία τους, στην ταπεινότητα και στη μικρότητά τους.
Φωτογραφία του Παπαδιαμάντη τραβηγμένη από τον Παύλο Νιρβάνα
Ο Παπαδιαμάντης ο μεγάλος ο ζωγράφος των ταπεινών. Ο ιστοριστής των Θαλασσινών Ειδυλλίων, ο απέριττος και ασχημάτιστος κ’ ελκυστικός κ’ ευκολοδιάβαστος και ξεχωριστός ακόμα κι’ από την αδιαφορία του προς το τεχνικό το ξετύλιμα των ιστοριών του, προς ό,τι ονομάζεται συμμετρία και σύνθεση. Απαλός και αφρόντιστος, αυτοσκεδιαστής, που τραγουδά πιο πολύ και που δημοσιογραφεί, παρά που χτίζει και που καλλιεργεί τις ιστορίες του· κάτι τι αντίθετο προς τον άλλον του τον ομότεχνο και τον αντίμαχο, προς τον Καρκαβίτσα, τον τραχύ, το φροντισμένο, το δουλευτή, τον ηρωικό δημοτικιστή, που μας επιβάλλεται με τα στοιχεία της δύναμης, εκεί που ο Παπαδιαμάντης μάς κυριεύει με τα στοιχεία της χάρης. Μα μήπως η δύναμη δεν είνε χάρη; Και μήπως η χάρη δεν κρύβει κάποια δική της δύναμη;
Το έργο του Παπαδιαμάντη, το μαζί εκκλησιαστικό και κοσμικό, βυζαντινό και ανθρώπινο, κάτι τι δισταχτικό και κυματιστό, γελαστό και μελαγχολικό, το λυρικό και το δραματικό, το δίγλωσσο και δίψυχο, δείχνει, και με τα στοιχεία του αυτά, ζωηρότερο, από άλλα έργα, την κατάσταση της νέας ελληνικής ψυχής· είνε κείμενο και μαρτυρικό για τον ιστορικό και το μελετητή των πραγμάτων μας και των καιρών μας ασύγκριτα σπουδαιότερο από τις βουλές και από τους νόμους μας.
Από τον καιρό, εδώ και σαράντα χρόνια, που πρόβαλε με το Χρήστο Μηλιόνη και με τη Γυφτοπούλα του, ίσα με τα τελευταία του έργα, όλα σκόρπια σ’ εφημερίδες και περιοδικά, και ανεύρετα και ανέκδοτα, ο ποιητής αυτός ο περίφημος και ο ατύπωτος, ο χριστιανός και ο αλκοολικός, ο ψάλτης του ναού και ο πιστός της ταβέρνας, ο λατρευόμενος από τους νέους γύρω του και ο απλησίαστος, ο ντυμένος σα ζητιάνος, και ο εμπνευσμένος σαν από τη μοσκοβολιά δροσερώτατων μενεξέδων, ο ακάθαρτος Παπαδιαμάντης και ο γλυκύτατος τραγουδιστής του Φτωχού Άγιου και της Νοσταλγού, είδος τι Βερλαίν, μα πιο πολύ κανονικός, μα λευκός στη ζωή του όσο δεν είταν ο μεγάλος φράγκος ομόφυλός του· από τα 1880 ίσα με τα τώρα, ο Παπαδιαμάντης έζησε περιφρονημένος και δοξασμένος, μοναχικός και καταφρονητικός, όσιος και αλήτης.
Μα πάντα έσταζε κάποιο μέλι από τα χείλη του, και το κοντύλι του, έτσι, άκοπα, άνετα, απρόσεχτα, με δυο τρεις μολυβιές μάς άφινε στο χαρτί αξέχαστα «σκίτσα», που το στόμα τους ήθελε φιλί, και τα μάτια τους γυρεύαν αγάπη, και μας τραβούσε ο άνθρωπος αυτός απάνου στα γραμμένα του και μας αντάμωνε αδερφώνοντάς μας με τη συγκίνηση και με τη συμπάθεια. Τέτοιος είναι ο τεχνίτης. Σκάφτει μέσα στη συνείδηση των ομοίων του και την ανυψώνει, ας είνε και διαβατικά, την ανθρωπιά τους.
Τα ανωτέρω είχε γράψει ένας κολοσσός της ελληνικής λογοτεχνίας, ο Κωστής Παλαμάς, για έναν ομότεχνό του, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Ο Κωστής Παλαμάς στο γραφείο του το 1934
Προέρχονται από μελέτη του Παλαμά που έφερε τον τίτλο «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης – Ο ζωγράφος των ταπεινών» και είχε εκδοθεί το 1933 στη γαλλική γλώσσα (η μετάφραση ήταν έργο του ελληνιστή Jean Dargos).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις