Γιατί η Λούσι η προγιαγιά μας ήταν κακή δρομέας
Προσομοιώσεις του σκελετού της Λούσι, του διάσημου απολιθώματος από την Αιθιοπία, δείχνει ότι ο προϊστορικός συγγενής μας δεν είχε προσαρμοστεί πλήρως στη δίποδη κίνηση.
- Συνελήφθη καθηγητής για σεξουαλική κακοποίηση ανήλικης στην Ηλιούπολη
- Με sonar, drones και σκύλους ψάχνουν εναγωνίως τον 39χρονο Βασίλη - Όλα τα σενάρια ανοιχτά
- 1.200 ευρώ για κάθε καλάσνικοφ - Το Μεξικό πληρώνει τους πολίτες για να παραδώσουν τα όπλα τους
- Άγρια συμπλοκή μεταξύ κρατουμένων στις Φυλακές Κορυδαλλού - Στο νοσοκομείο 40χρονος
Ακόμα και αν είστε εντελώς αγύμναστος, η «Λούσι» ο προϊστορικός συγγενής μας δεν θα είχε καμία ελπίδα να σας προφτάσει, προκύπτει από μελέτη που εξέτασε την ανατομία του περίφημου απολιθώματος από την Αιθιοπία. Τα ευρήματα προσφέρουν νέα στοιχεία για τις ανατομικές προσαρμογές που έκαναν τον σύγχρονο άνθρωπο άριστο δρομέα.
Οι πρόγονοί μας εκτιμάται ότι άρχισαν να σηκώνονται στα δύο πόδια πριν από περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια, πολύ πριν εμφανιστεί ο «αυστραλοπίθηκος του Αφάρ» (Australopithecus afarensis), όπως είναι επίσημα γνωστό το είδος της «Λούσι».
Παρόλο όμως που ο αυστραλοπίθηκος ήταν σίγουρα δίποδος, το κοντό ανάστημα οι διαφορετικές σωματικές αναλογίες του δημιουργούσαν επιφυλάξεις για το κατά πόσο μπορούσε και να τρέχει εκτός του να περπατά.
Οι υποψίες δείχνουν να επιβεβαιώνονται χάρη σε μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Current Biology.
Οι ερευνητές δημιούργησαν ένα ψηφιακό μοντέλο των μυών και του σκελετού της Λούσι και το έβαλαν να «τρέξει» με αντίπαλο ένα ψηφιακό μοντέλο του Homo sapiens.
Η προσομοίωση έδειξε ότι η Λούσι μετά βίας μπορούσε να πιάσει τα 18 χιλιόμετρα την ώρα, πολύ κάτω από τα 22 χλμ/ώρα που φτάνει ως μέγιστη ταχύτητα ένας ερασιτέχνης σπρίντερ (το ρεκόρ του Γιουσέιν Μπολτ υπερβαίνει τα 27 χλμ/ώρα).
Επιπλέον, ο αυστραλοπίθηκος κατανάλωνε 1,7 έως 2,9 φορές περισσότερη ενέργεια για να διανύσει την ίδια απόσταση, έδειξε η σύγκριση.
Αυτή η δυσκολία στο τρέξιμο, εκτιμούν οι ερευνητές, οφείλετο εν μέρει στον δυσανάλογα μακρύ κορμό και τα μακριά χέρια της Λούσι, που δημιουργούσαν πρόβλημα ισορροπίας.
Σημαντικό ρόλο έπαιζε όμως και ο κοντός αχίλλειος τένοντας και το διαφορετικό σχήμα δύο μυών, του γαστροκνήμνιου και του υποκνημίδιου, οι οποίοι ενώνουν την κνήμη με τον αστράγαλο.
Όταν οι ερευνητές πρόσθεσαν ανθρώπινους αχίλλειους τένοντες και μύες, το μοντέλο της Λούσι αύξησε ταχύτητα, χωρίς να πιάνει όμως τις επιδόσεις του Homo sapiens.
Το συμπέρασμα είναι ότι ένας μακρύς αχίλλειος τένοντας, σε συνδυασμό με προσαρμογές του γαστροκνήμιου και του υποκνημίδιου μυός, ήταν δύο παράγοντες που έβαλαν φτερά στα πόδια μας.
Με άλλα λόγια, η μελέτη ενός προϊστορικού είδους προσφέρει νέα στοιχεία για τις σημερινές αθλητικές επιδόσεις μας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις