Την πλήρη αποκατάσταση του κτηρίου-μνημείου του Παλαιού Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης δρομολογεί το Υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου το κτήριο να διασωθεί και να επαναλειτουργήσει ως σύγχρονος μουσειακός χώρος.

Το κτήριο ακολουθεί το πνεύμα του εκλεκτικιστικού νεοκλασικισμού

To κτήριο διαρθρώνεται σε δύο ορόφους, με διαφορετική διακόσμηση σε κάθε επίπεδο, που ξεχωρίζουν εξωτερικά από περιμετρικό γείσο. Ιδιαίτερα τονισμένη με επίπλαστα διακοσμητικά στοιχεία είναι η κεντρική ενότητα της πρόσοψης, που περιλαμβάνει την κεντρική είσοδο και τον εξώστη.

Οι εσωτερικοί χώροι ακολουθούν την τυπολογία των μεγαλοαστικών κατοικιών των αρχών του 20ου αι. Η κεντρική είσοδος οδηγεί μέσω προθαλάμου σε διάδρομο με επίσημους χώρους και χώρους διημέρευσης του ισογείου. Στο πίσω μέρος υπάρχει βοηθητική είσοδος και κλιμακοστάσιο προς το υπόγειο. Το κεντρικό κλιμακοστάσιο οδηγεί στον όροφο όπου αναπτύσσονται οι ιδιωτικοί χώροι και το λουτρό και συνεχίζει στη σοφίτα.

Η συντήρηση του κτιρίου

Τα εσωτερικά πατώματα της κατασκευής είναι σε ικανοποιητική κατάσταση. Παρατηρούνται εκτεταμένες βλάβες σε ορισμένους χώρους στον όροφο και στο υπόγειο, σε δάπεδα και τοίχους. Οι προτάσεις συντήρησης αφορούν στα επιχρίσματα, στο ζωγραφικό και ανάγλυφο διάκοσμο (περίτεχνες γύψινες διακοσμήσεις, οροφογραφίες), σε ξύλινα στοιχεία, σε λίθινα στοιχεία, σε δάπεδα με τσιμεντοπλακίδια, μωσαϊκά δάπεδα, μεταλλικά στοιχεία.

Οι κύριοι μηχανολογικοί χώροι χωροθετούνται στο ισόγειο του κτηρίου. Για την πυροπροστασία του κτηρίου, εγκαθίστανται συστήματα πυροπροστασίας, πυρανίχνευσης, συναγερμού, μεγαφωνικής εγκατάστασης, φωτισμού:

Εσωτερικού φωτισμού, εξωτερικού φωτισμού που θα περιλαμβάνει το φωτισμό του περιβάλλοντα χώρου του κτηρίου, των οδεύσεων του κοινού, ενώ προβλέπεται και αρχιτεκτονικός φωτισμός ανάδειξης σε επιλεγμένα σημεία.

Οι φθορές

Το κτήριο του Παλαιού Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης στην περιοχή «Κιόσκι», κατασκευασμένο το 1912, φιλοξένησε αρχικά την οικογένεια Βουρνάζου. Πρόκειται για τριώροφο κτήριο στη συμβολή των σημερινών οδών Αργύρη Εφταλιώτη και 8ης Νοεμβρίου, με έκταση 1834 τ.μ.

Πρόκειται για ένα μνημειακό κτήριο, ακαδημαϊκής αρχιτεκτονικής που εντάσσεται στον εκλεκτικισμό με επιρροές του Second Empire της Beaux Art. Το κτήριο από το 1912 έως το 1965 ήταν κατοικία της οικογένειας Βουρνάζου.

Από το 1967 έως το 1985 λειτούργησε ως Μουσείο και γραφεία του Υπουργείου Πολιτισμού και για την επόμενη πενταετία λειτούργησε ως γραφεία του Υπουργείου Αιγαίου.

Το 1990 το κτήριο επέστρεψε στο Υπουργείο Πολιτισμού και λειτούργησε ως Μουσείο. Το 2014 τελικά ανεστάλη η λειτουργία του λόγω σοβαρών φθορών.