Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι επαφές της ελληνικής με την αραβική γλώσσα (Μέρος Α’)
Οι εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου σηματοδότησαν την έναρξη άμεσων και συνεχών επαφών ανάμεσα στους Έλληνες και τους αραβόφωνους γηγενείς λαούς της Εγγύς Ανατολής
- Ακονίζουν τα μαχαίρια τους οι στρατοί Ισραήλ και Τουρκίας; – Τι αναφέρει η επιτροπή Νάγκελ
- Σοκαριστικό βίντεο: Παιδόφιλος μαχαιρώνει μαθήτρια στη μέση του δρόμου
- Η Δανία δηλώνει «ανοιχτή στον διάλογο» με τις ΗΠΑ για την Αρκτική
- Προς δημοσίευση η έκθεση με τον ρόλο του Τραμπ στην επίθεση στο Καπιτώλιο
Οι σχέσεις ανάμεσα στους Έλληνες και τους Άραβες δεν ήταν στενές μέχρι την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου (β’ μισό του 4ου αιώνα π.Χ.). Οι όποιες γνώσεις είχαν οι πρώτοι για τους δεύτερους, όπως μαρτυρούν οι σχετικές αναφορές τόσο στον Ηρόδοτο όσο και στον Ξενοφώντα, προέρχονταν κατά τα φαινόμενα από μαρτυρίες στρατιωτών και εμπόρων. Οι εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου σηματοδότησαν την έναρξη άμεσων και συνεχών επαφών ανάμεσα στους Έλληνες και τους αραβόφωνους γηγενείς λαούς της Εγγύς Ανατολής. Οι επαφές αυτές έμελλε να διαρκέσουν περίπου μία χιλιετία, έως την εμφάνιση του Ισλάμ (α’ μισό του 7ου αιώνα μ.Χ.), που διαμόρφωσε ένα εντελώς νέο σκηνικό στην αραβική χερσόνησο αλλά και πολύ πέραν αυτής.
Τεκμήριο πρώιμων επαφών μεταξύ του ελληνικού και του αραβικού κόσμου αποτελούν τα αρχαιολογικά ευρήματα στη νήσο Φαϊλάκα (παραφθορά τού Φυλακή, Φυλακαί) του Κουβέιτ, στον Περσικό Κόλπο. Τα ευρήματα αυτά χρονολογούνται στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και προέρχονται από την οχυρή εγκατάσταση που ιδρύθηκε κατ’ εντολήν του νεαρού κοσμοκράτορα και ονομάστηκε Ίκαρος (αναφέρεται από τον ιστορικό Αρριανό στο έβδομο βιβλίο του έργου του Αλεξάνδρου Ανάβασις). Λίγο αργότερα, την εποχή των Διαδόχων, και συγκεκριμένα το 312 π.Χ., ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιστορικού Διόδωρου Σικελιώτη, πραγματοποίησε ανεπιτυχή επίθεση εναντίον της αραβικής φυλής των Ναβαταίων στην Πέτρα της Ιορδανίας.
Στους κατοπινούς αιώνες, κατά τη διάρκεια των οποίων και εξελληνίστηκαν –όπως οι περισσότεροι αυτόχθονες πληθυσμοί της Εγγύς Ανατολής–, οι Ναβαταίοι συνέχισαν να συμβιώνουν –όχι πάντα αρμονικά– με τους Διαδόχους και (μετά το 63 π.Χ.) με τους Ρωμαίους. Το ανεξάρτητο κράτος τους, το βασίλειό τους, προσαρτήθηκε τελικά στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 106 μ.Χ. και κατέστη η ρωμαϊκή επαρχία της Αραβίας. Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 212 μ.Χ., παραχωρήθηκε στους Ναβαταίους το δικαίωμα του ρωμαίου πολίτη, γεγονός που συντέλεσε στην περαιτέρω διαφοροποίηση της εδραίας κοινωνίας τους από τις ανεξάρτητες νομαδικές φυλές της βόρειας και της κεντρικής Αραβίας. Ο διοικητικός μηχανισμός των Ρωμαϊκών και των Πρωτοβυζαντινών Χρόνων φρόντισε μάλιστα να εκμεταλλευτεί την εξέλιξη αυτήν, την εμφανή πολιτισμική και πολιτική διαίρεση των Αράβων: χρησιμοποίησε τους ρωμαίους Άραβες ως εμπροσθοφυλακή έναντι των νομαδικών πληθυσμών, αλλά και ως μέσο πολιτικού επηρεασμού αυτών.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, η νήσος Φαϊλάκα του Κουβέιτ, όπου ιδρύθηκε κατ’ εντολήν του Μεγάλου Αλεξάνδρου οχυρή εγκατάσταση με την ονομασία Ίκαρος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις