Ο Γεώργιος Βιζυηνός και το πολλαπλό είδωλό του
Ο Γιώργος Βιζυηνός και το έργο αποτελούν το αντικείμενο ενός τόμου στη σειρά με κριτικά κείμενα για σημαντικούς δημιουργούς της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σε επιμέλεια του Λάμπρου Βαρελά
- Σε έξαρση ιώσεις και λοιμώξεις - «Κυριαρχεί η γρίπη παντού», τονίζει η Παγώνη
- Κάμερα ασφάλειας κατέγραψε για πρώτη φορά τον ήχο μετεωρίτη που σκάει στο έδαφος
- Έκλεψαν το γρασίδι που έστρωσε ο Δήμος Ελληνικού σε πλατεία - «Πήγαν και το ξήλωσαν»
- Αρκάς: Οι ευχές στους εορτάζοντες Αντώνηδες και Αντωνίες
Υπήρξε ως ένα σημείο εγκλωβισμένος ανάμεσα στις κατηγορίες περί «αναιμικού» ηθογραφικού διηγήματος και τον «μύθο» του περιθωριοποιημένου δημιουργού, ο οποίος θα εγκλειστεί τελικά στο Δρομοκαΐτειο επί τέσσερα χρόνια (1892 – 1896, οπότε και πεθαίνει). Το έργο του θα περάσει από αρκετές αναθεωρήσεις των ομοτέχνων του πριν κερδίσει τη θέση που του αναλογεί στην πινακοθήκη της διηγηματικής πρωτοτυπίας, ενώ αναπόφευκτα αποσπασματική θα είναι και η πρόσληψή του μέσω της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ο Γεώργιος Βιζυηνός, οι αντιφάσεις και οι πολλαπλές αναγνώσεις του, είναι το αντικείμενο του νεότερου -δωδέκατου- τόμου στη σειρά με τη συλλογή κριτικών κειμένων των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης -εδώ με την επιμέλεια του Λάμπρου Βαρελά, καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας (ΑΠΘ).
Συνολικά οι συνεισφορές των μελετητών και συγγραφέων είναι 47, με τον Κωστή Παλαμά και τον Παναγιώτη Μουλλά να αριθμούν έκαστος από τρεις (καθόλου τυχαία, όπως αποδεικνύει η φιλολογική έρευνα) και ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος από δύο. Κατατοπιστική και χρήσιμη για την παρακολούθηση του υπόλοιπου «αφηγήματος» είναι η εισαγωγή του επιμελητή, ο οποίος, εκτός άλλων, αντικρούει την εντύπωση ότι ο Βιζυηνός αγνοήθηκε κατά κόρον από το εκδοτικό και λογοτεχνικό πεδίο όσο ζούσε και μετά τον θάνατό του (επισημαίνοντας μάλιστα και την αστοχία του Παλαμά να συμβάλει εν μέρει στον ελκυστικό μύθο του κατατρεγμένου δημιουργού κάνοντας λάθος σε κρίσιμες χρονολογίες). Είναι δύσκολη προφανώς η ανάδειξη όλων των ερμηνευτικών κειμένων, τα οποία εκτείνονται σε πάνω από 500 σελίδες, αλλά έστω κι έτσι υπάρχουν ορισμένες σταθερές -και αυτές υποδεικνύουμε στο παρόν σημείωμα:
Ο Παλαμάς ως κριτικός του Βιζυηνού
Ο τόμος ανοίγει -κατά τρόπο τιμητικό και ουσιαστικό- με το σημείωμα του Κωστή Παλαμά «Είς ποιητής», δημοσιευμένο το 1892, λίγο μετά τον εγκλεισμό του Βιζυηνού στο φρενοκομείο. Ο σεβάσμιος ποιητής εντυπωσιάζει ακόμη και τους μεταγενέστερους μελετητές, καθώς επισημαίνει έγκαιρα και εύστοχα αρκετά από τα συστατικά στοιχεία της ιδιοπροσωπίας του ομοτέχνου του: «Ο καλλιτέχνης συγγραφεύς, ο δημοσιεύσας εντεχνοτάτης πλοκής και ανατολικωτάτου χρώματος διηγήματα, ο πρώτος ίσως υποσημάνας την αναγέννησιν της ελληνικής διηγηματογραφίας». Παράλληλα, τον εμφανίζει ως πρωτοπόρο μελετητή του Ίψεν, «πρώτην φοράν γνωριζομένου εις το ελληνικόν κοινόν». Ο Παλαμάς θα φτάσει σε μεγαλύτερη ευστοχία στη μελέτη «Το ελληνικόν διήγημα. Γεώργιος Βιζυηνός», δημοσιευμένη σε τόμο του 1896. Όπως επισημαίνει αργότερα ο Παν. Μουλλάς ακριβώς για τον ρόλο του Παλαμά (το σημείωμα 32 του τόμου): «Ο Βιζυηνός του μέλλοντος, αυτός που θα επανέρχεται συχνά στα παλαμικά κείμενα, ολοκληρώνεται εδώ και παρουσιάζεται με τα κύρια γνωρίσματά του…Η παλαμική σκέψη είναι σφαιρική. Ελάχιστα κείμενα στα γράμματά μας με τόσο λίγα λόγια έχουν πει τόσο πολλά πράγματα για ένα λογοτεχνικό είδος και για έναν συγγραφέα».
Ο διεισδυτικός Παναγιώτης Μουλλάς
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 το πεζογραφικό έργο του Γ. Βιζυηνού γίνεται πλήρως αποδεκτό. Ο Mario Vitti τον χαρακτηρίζει «πρωτοπόρο» και «δεμένο στενά με τη γενική ανάγκη ανανέωσης του νεοελληνικού αφηγήματος» (έχουν προηγηθεί οι μειωτικές επιφυλάξεις του Κ.Θ.Δημαρά). Η μεγάλη τομή πραγματοποιείται το 1980 με τη διεισδυτική μελέτη του Πάνου Μουλλά, εισαγωγή στην ανθολόγηση διηγημάτων του Βιζυηνού στη σειρά των εκδόσεων Ερμής «Νεοελληνική Βιβλιοθήκη». Εκεί όπου τον «αναδεικνύει… ως μέγιστο διηγηματογράφο, που ξεφεύγει από την επιφανειακή ηθογραφία και το λαογραφικό ρεπορτάζ γράφοντας διηγήματα με δραματικό βάθος», κατά την επισήμανση του Λ.Βαρελά. Και εκεί όπου ο ίδιος ο Μουλλάς περιγράφει το «Μόνον της ζωής του ταξείδιον» ως «μελέτη της ανθρώπινης αλλοτρίωσης και της ακρωτηριασμένης ζωής», σε πείσμα όσων θέλουν να βλέπουν απλώς «φολκλορικές γραφικότητες με καλοκάγαθους γέροντες και ονειροπαρμένα ραφτόπουλα».
Ευρωπαϊκός ρεαλισμός και ηθογραφία
Η καίρια συμβολή του Μουλλά αφορά, όπως είπαμε, την απομάκρυνση του Βιζυηνού από τον χώρο της περιγραφικής ηθογραφίας, καθώς οι ήρωές του βασίζονται σε βαθιά ψυχογράφηση. Ο Ρόντερικ Μπίτον στη δική του συνεισφορά επισημαίνει, εξάλλου, ότι οι Έλληνες συγγραφείς των δύο τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα, μεταξύ τους και ο Βιζυηνός, είχαν υπόψη τους τη διεθνή εξέλιξη του λογοτεχνικού ρεαλισμού. Ο τελευταίος ειδικά «εκμεταλλεύτηκε αυτές τις τεχνικές για να παρουσιάσει στη λογοτεχνία όχι τόσο μια πραγματικότητα που όλοι μας αναγνωρίζουμε, όσο τους αντιφατικούς τρόπους με τους οποίους ο καθένας από μας συλλαμβάνει και χτίζει την πραγματικότητά του» (1992, από το αφιέρωμα του περιοδικού «Διαβάζω», μετάφραση: Στέλλα Παναγιωτοπούλου). Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που το 1988 εντοπίζεται και η πρώτη μετάφραση στα αγγλικά από τον William F.Wyatt (Brown University Press), κείμενο του οποίου επίσης περιλαμβάνεται στον τόμο («Συνέπειαι», 1992, αφιέρωμα του «Διαβάζω»).
Το παράδοξο με τη Μεγάλη Ιδέα
Στο «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου» ο «εχθρός» Τούρκος Κιαμήλης περιθάλπεται από τη μητέρα του αφηγητή. Στον «Μοσκώβ Σελήμ» ο αφηγητής αναρωτιέται αν οι φανατικοί της ελληνικής φυλής τον ονειδίσουν επειδή επιλέγει έναν αλλόθρησκο ήρωα. Στο αφήγημα «Διατί η μηλιά δεν έγεινε μηλέα» ο συγγραφέας στέκεται σχετικά δηκτικά απέναντι στη Μεγάλη Ιδέα, όπως σημειώνει ο Λ. Βαρελάς, ενώ στη λαογραφική μελέτη για τους Καλόγερους διατυπώνει ενστάσεις για την τακτική που ακολουθεί ο ελληνισμός προκειμένου να εμφυσήσει την ελληνικότητα σε βαλκανικούς πληθυσμούς της Ηπείρου και της Μακεδονίας επενδύοντας στον ρόλο της ελληνόφωνης εκπαίδευσης. Και συνεχίζει ο Βαρελάς: «είναι αρκετά τα στοιχεία-τεκμήρια, για να πλαστεί μια ταυτότητα του ανθρώπου και συγγραφέα φιλική προς τις ζητήσεις της εποχής μας, η οποία αναζητά σε παλαιότερους συγγραφείς προδρόμους μιας αντιεθνικιστικής, αντιρατσιστικής, ανθρωπιστικής εντέλει οπτικής… Το παράδοξο όμως είναι ότι αυτά ακριβώς προέρχονται από έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι απόλυτα ταγμένος, “στρατευμένος” θα λέγαμε σε άλλες εποχές, στη συντονισμένη προσπάθεια, ειδικά μετά το ξύπνημα των εθνικιστικών διεκδικήσεων στα Βαλκάνια (κυρίως του βουλγαρικού έθνους), την έξαρση του Ανατολικού ζητήματος (1875 κ.ε.), με ό,τι αυτή η προσπάθεια συνεπιφέρει στο πλαίσιο της εθνικής προπαγάνδας». Ο υπουργός Εξωτερικών του Τρικούπη, μάλιστα, Αλέξανδρος Κοντόσταυλος, επιλέγει τον Βιζυηνό για τη σύνταξη δημοτικών (δημοτικοφανών) τραγουδιών και διηγημάτων που να προέρχονται από την τοπική ιστορία της Ηπείρου, της Μακεδονίας και τη Θράκης. Τον επιλέγει, λοιπόν, «επειδή ο Βιζυηνός είχε ήδη προηγούμενη επιτυχημένη θητεία στο να διασκευάζει λαϊκές παραδόσεις σε ποιήματα, αλλά και γιατί είχε ήδη ως ένα βαθμό διαμορφώσει το προφίλ του “εθνικού” ποιητή χάρη στον οποίο ο ελληνισμός της Θράκης θα επιβεβαίωνε την ελληνικότητά του και θα διευκόλυνε την ενσωμάτωσή του στο ελληνικό κράτος». Ο Βιζυηνός, άλλωστε, «γράφει και δημοσιεύει μερικούς από τους πιο “βάρβαρους” στίχους εναντίον των Βουλγάρων, των Ρώσων ακόμη και των Τούρκων», όπως θυμίζει ο επιμελητής, ενώ την κυρίαρχη μεγαλοϊδεατική διάσταση της ποίησής του είχε ήδη υποδείξει ο Παλαμάς. Συνιστά, λοιπόν, ένα παράδοξο η απόστασή του από τη μεγαλοϊδεατική πολιτική του ελληνισμού στα Βαλκάνια, αλλά ερμηνεύεται όταν την αντιληφθούμε «μέσα από τα μάτια ενός Θρακιώτη που διαπιστώνει ότι η ιδιαίτερη πατρίδα του δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητες του ελληνικού κράτους, ενώ αντίθετα ενισχύονται άλλες περιοχές στα Βαλκάνια με αμφίβολης ελληνικότητας πληθυσμούς».
Άλλα ζητήματα
Αξίζει να σημειώσουμε λίγες ακόμη παραμέτρους που αναλύονται με αφορμή τις αναγνώσεις του Βιζυηνού -και πάλι μόνο ενδεικτικά από το σώμα του τόμου. Η Μαίρη Μικέ ασχολείται με την «πολιτισμική υβριδικότητα» του έργου του Βιζυηνού, ενώ ο Γιάννης Παπαθεοδώρου υποδεικνύει τη γλώσσα των ορίων και το υβριδικό παιχνίδι της γραφής. Ο Γιάννης Πάγκαλος εντοπίζει παραλληλίες με το πρώιμο έργο του Τόμας Μαν , η Γεωργία Φαρίνου – Μαλαματάρη ερευνά τις πηγές για τη μελέτη «Ερρίκος Ίβσεν» που δημοσίευσε ο Βιζυηνός το 1892 στην «Εικονογραφημένη Εστία» και η Αγγέλα Καστρινάκη αναλύει τον συμβολισμό της Πτώσης (των Πρωτόπλαστων) μέσα σε διηγήματα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις