
Σταντάλ: Δεκάδες ψευδώνυμα, δεκάδες πρόσωπα
Πολλαπλή κρυπτογραφική διαδικασία
[…] Από τους υπόλοιπους [ερευνητές ή μελετητές], εκείνους δηλαδή που δεν επικεντρώνουν στον Σταντάλ το επιστημονικό τους ενδιαφέρον, ο συγγραφέας αντιμετωπίστηκε περίπου σαν τους σοβιετικούς προδότες: χρησιμοποιήθηκε με την ίδια λογική με την οποία ο Μπέρια φέρεται να δήλωνε στον Στάλιν, όταν ήταν επικεφαλής της NKVD (πρόδρομος της KGB), «δώστε μου τον άνθρωπο και εγώ θα βρω το έγκλημα». Η λογική αυτή εκδηλωνόταν συνήθως ακολουθώντας μία συγκεκριμένη διανοητική στάση: ακόμη και ενάντια στο γούστο τους, τις προσωπικές τους προτιμήσεις και τις επιστημονικές κλίσεις τους, οι μελετητές, αφότου ο Ηippolyte Taine (σ.σ. Ιππόλυτος Ταιν, γάλλος ιστορικός, κριτικός και διανοούμενος, 1828-1893) διέκρινε στον Σταντάλ ένα «ανώτερο πνεύμα» και «ένα μεγάλο μυθιστοριογράφο», δεν έστεργαν να τον προσπεράσουν. Έγραφε ο Ζολά: «Από τότε καθιερώθηκε να θαυμάζουμε πολύ τον Σταντάλ χωρίς να τον διαβάζουμε περισσότερο και χωρίς να τον κρίνουμε καλύτερα».

Διαφοροποιώντας κάπως τη διατύπωση του Ζολά, για να περιλάβουμε και την αρνητική αξιολόγηση στο «φαινόμενο» Σταντάλ, θα λέγαμε ότι οι περισσότεροι μελετητές θεωρούσαν αναγκαίο να εγκρίνουν ή να απορρίψουν το λογοτεχνικό έργο του Σταντάλ, το έργο του γενικότερα, σε κάθε προσέγγιση που επιχειρούσαν στην τέχνη, την πνευματική ζωή και την πολιτική φυσιογνωμία του 19ου αιώνα. Επαναστατημένος ή επαναστάτης, αλλά επίσης εστέτ και εκλεκτικιστής, μοντέρνος ή και μοντερνιστής, αλλά επίσης αντιμοντέρνος, ρομαντικός ή κλασικιστής, αλλά και ρεαλιστής, δημοκρατικός, κι όμως με προτίμηση στην ολιγαρχία των ελίτ, «της αριστοκρατίας του πνεύματος και της καρδιάς», ο Σταντάλ χωρούσε σε όλα τα σχήματα, άλλαζε μορφή σαν τον Πρωτέα και ακολουθούσε με την ευχέρεια χαμαιλέοντα κάθε «φωτισμό» του 19ου αιώνα που ήθελαν να παρουσιάσουν οι μελετητές της λογοτεχνίας, αλλά και οι πολιτικοί στοχαστές από τη δική τους πλευρά.
Έτσι σήμερα οι μελέτες για τον Σταντάλ φτάνουν να συνενώνουν τον Ελβέτιο, τον Καντ και τον Maine de Biran, τον Σαίξπηρ και τον Τ. Γκωτιέ, τον Μιχαήλ Άγγελο και τον Ε. Ντελακρουά, τον Ναπολέοντα και τον Μπωντλέρ, τον Ι. Ταιν και τον Π. Μπουρζέ, τον Κ. Μαρξ και τον Φ. Νίτσε – για να αναφερθώ μόνο στα πιο προφανή από τα εκατοντάδες ονόματα που συναντούμε στις μελέτες που αφορούν στο συγγραφέα και το έργο του· στον Ανρί Μπέιλ, Σταντάλ ή Στεντάλ ή ακόμη Φρεντερίκ Σταντάλ (με το ονοματεπώνυμο που κυρίως ο Μπαλζάκ έμπαινε στον κόπο να τον αποκαλέσει). Ο ίδιος ο Σταντάλ είχε άλλωστε περιπλέξει ακόμη περισσότερο το παιχνίδι αυτό των ονομάτων: Curzay, Toricelli, Bamber, François Durand, Chopin d’Ornouville, Duversoy, Méquillot, baron Dormant, Timoléon du Bois, Chappuy ήταν μερικά μόνο από τα ονόματα με τα οποία υπέγραφε τις επιστολές του. Σε κάποιο γράμμα του, μάλιστα, έφτανε να υπογράφει ως Godot de Mauroy, 30, που ήταν η διεύθυνση του δρόμου όπου κατοικούσε τότε.

«Έχω μετρήσει μέχρι εξήντα επτά διαφορετικά ονόματα», σημείωνε ο Léon Chapron (σ.σ. γάλλος λόγιος, συγγραφέας και δημοσιογράφος, 1840/1841-1884), που πίστευε ότι η μανία των ψευδωνύμων στον Σταντάλ είχε εξελιχθεί με αφετηρία τις προφυλάξεις του ιταλού συνωμότη σε ένα «πραγματικό τικ». Ο ίδιος ο Henri Beyle όμως αποκαλούσε συνήθως τον εαυτό του Dominique. Ήταν το πιο προσωπικό του όνομα, μια άλλη ονομασία τού εγώ, που χρησιμοποιούσε συχνά στις σημειώσεις του στα μυθιστορήματα. Συμπλήρωνε έτσι με επιμέλεια την πολλαπλή κρυπτογραφική διαδικασία που περιέβαλε το πρόσωπό του.
*Απόσπασμα από το συγγραφικό έργο της Άννας Μαχαιρά «Η διπλή ζωή του Σταντάλ – Το έργο του, η κριτική και η αναπαραγωγή της επαναστατικής κουλτούρας» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2014), που αναφέρεται στις πολλαπλές ταυτότητες του Σταντάλ και του έργου του.

Η Άννα Μαχαιρά είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Η Άννα Μαχαιρά
Ο Σταντάλ (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ανρί Μπέιλ), ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της γαλλικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα, γεννήθηκε στην Γκρενόμπλ στις 23 Ιανουαρίου 1783 και απεβίωσε στο Παρίσι στις 23 Μαρτίου 1842.
Κατά κοινή ομολογία, τα μυθιστορήματά του Το κόκκινο και το μαύρο (1830) και Το μοναστήρι της Πάρμας (1839) συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Το εν γένει συγγραφικό έργο του Σταντάλ, με τις βαθιές ψυχολογικές αναλύσεις του και τις πολυσχιδείς όψεις του, έγινε ποικιλοτρόπως δεκτό από ομοτέχνους και κριτικούς: γνώρισε την απόρριψη, την περιορισμένη απήχηση, αλλά και την ανάδειξή του σε αγαπημένο θέμα διαφόρων στοχαστών και κινημάτων, και μάλιστα εκ διαμέτρου αντίθετων.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις