Δευτέρα 03 Φεβρουαρίου 2025
weather-icon 11o
28/1/1976: Έλυσε το γλωσσικό μας πρόβλημα η καθιέρωση της δημοτικής;

28/1/1976: Έλυσε το γλωσσικό μας πρόβλημα η καθιέρωση της δημοτικής;

Να πάψουν οι κατά καιρούς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις να ενσαρκώνουν απλώς μια επιφανειακή συνθηματολογία δίχως ευρύτερη θεώρηση της εθνικής μας πορείας, των στόχων της και της ποιότητας της ζωής μας

Στις 28 Ιανουαρίου 1976 ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή η απόφαση να καθιερωθεί η νεοελληνική ή δημοτική γλώσσα «άνευ ιδιωματισμών και ακροτήτων» σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Είχαν προηγηθεί κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου συσκέψεις που είχε δρομολογήσει ο αρμόδιος υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Γεώργιος Ράλλης, με τη συμμετοχή και του πρωθυπουργού.

Ο Ράλλης, όταν συζητήθηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο ο νόμος 309/1976 αναφορικά με τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση, δήλωσε: «Πράγματι, και η δημοτική και η καθαρεύουσα είναι γνήσια τέκνα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, με μία διαφο­ρά: ότι η καθαρεύουσα ως πρωτότοκος απεβίωσε και υπογράφομεν σήμερον την πράξιν του ενταφιασμού της».


Ο Γεώργιος Ράλλης

Ακολούθησε, μέσα στην ίδια χρονιά (8 Δεκεμβρίου 1976), η έκδοση της εγκυκλίου του υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως (προΐστατο και σε αυτό ο Γεώργιος Ράλλης) για την αλλαγή της γλωσσικής μορφής των δημοσίων εγγράφων, άλλως πως τη χρήση της δημοτικής στη δημόσια διοίκηση.

Επί του εν λόγω ζητήματος, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν ένα ακόμα κεφάλαιο στην ιστορία του περίφημου γλωσσικού προβλήματος των Ελλήνων, είχε τοποθετηθεί ο σπουδαίος Χρήστος Γιανναράς με επιφυλλίδα του που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» το Σάββατο 19 Μαρτίου 1977.

Από το έξοχο αυτό άρθρο (τίτλος του, «Το άλυτο γλωσσικό πρόβλημα») προέρχονται τα ακόλουθα αποσπάσματα:


[…]

Οπωσδήποτε το βήμα που συντελέστηκε είναι μέγιστο, και για το συγκεκριμένο αυτό βήμα δικαιολογείται ανακούφιση, ίσως και ενθουσιασμός. Ο ενθουσιασμός δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με την έπαρση της φατρίας που εμφανίστηκε και πάλι στο περιθώριο να θριαμβολογή: εννοώ δημοσιεύματα για τη «νίκη του δημοτικισμού» που θύμιζαν κάπως την εγωκεντρική αυταρέσκεια των φιλάθλων όταν θριαμβεύη η ομάδα τους. Συμπτώματα προσωπικής αδυναμίας ή ανυποψίαστου πάθους, άσχετα με την αξιολόγηση του επιτεύγματος.

Αυτή την αφατρίαστη αξιολόγηση των πρόσφατων επιτευγμάτων έχουμε χρέος να την επιχειρήσουμε ψύχραιμα και νηφάλια. Όσο βαθύτερα προχωράμε στις ρίζες του προβλήματος της γλώσσας μας και όσο τιμιώτερα αμφισβητούμε ακόμα και τις αυτονόητες πεποιθήσεις μας, τόσο θετικώτεροι θα είναι οι καρποί. Με αυτή την προϋπόθεση μπορούμε να φτάσουμε ως το ακραίο και επώδυνο ερώτημα: λύνει το γλωσσικό μας πρόβλημα η καθιέρωση της δημοτικής;

Δεν ξέρω αν μοιάζη αυτονόητη η διαπίστωση ότι το γλωσσικό πρόβλημα στη νεώτερη Ελλάδα δεν είναι δίλημμα ανάμεσα σε δυο ιδιώματα, τη δημοτική και την καθαρεύουσα   το ένα καλύτερο και το άλλο χειρότερο, το ένα «προοδευτικό» και το άλλο «συντηρητικό». Αλλά είναι δίλημμα ανάμεσα σε μια ψεύτικη γλώσσα και στην αληθινή μας γλώσσα. Ψεύτικη είναι μια γλώσσα κατασκευασμένη στο γραφείο, ερήμην του λαού, και με σκοπό να υποτάξη τη λαϊκή έκφραση σε κάποια συγκεκριμένη σκοπιμότητα. Και η αληθινή μας γλώσσα είναι αυτή που μιλάμε αβίαστα και που διαμορφώνεται απροσδιόριστα και αυθόρμητα στα χείλη του λαού και στην οποία υποτάσσεται ο αληθινός ποιητής για να φανερώση το πλήρωμα των δυνατοτήτων της.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 19.3.1977, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η αληθινή γλώσσα δεν περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης σε έναν «άνωθεν» καθιερωμένο τύπο γλωσσικής ορθοδοξίας. Η τίμια και σωστή πάλη για την αρτιότητα της διατύπωσης και την εξάντληση των δυνατοτήτων του λόγου να πη τη ζωή, μπορεί να τρέφεται τόσο από την τρέχουσα έκφραση (την «καθομιλουμένη» όπως λέμε) όσο και από προγενέστερες φάσεις της γλωσσικής παράδοσης. Όταν δεν υποτάσσει η γλώσσα τη ζωή, αλλά η ζωή τη γλώσσα, τότε η αρχαΐζουσα έκφραση μπορεί να είναι εξίσου αληθινή με το δημοτικό τραγούδι όπως ήταν αληθινή η γλώσσα του Κάλβου, του Παπαδιαμάντη και του Καβάφη.

Αν η καθαρεύουσα που καταργήθηκε από τα σχολειά και τα δημόσια έγγραφα είναι ψεύτικη γλώσσα, δεν είναι γιατί αρχαΐζει. Είναι ακατανόητο και ίσως εγκληματικό να συκοφαντούμε και να καταδικάζουμε την αρχαΐζουσα τάση σε μια γλώσσα όπως η δική μας, που έχει το εκπληκτικό προσόν να σώζη και να ενσαρκώνη μια διαχρονική ενότητα αιώνων, χωρίς να παύη να είναι ζωντανή γλώσσα. Η αρχαΐζουσα τάση υπήρχε πάντοτε, σε όλες τις φάσεις της γλωσσικής μας ιστορίας, παράλληλα με την επίκαιρη κάθε φορά ιδιομορφία της και το δυναμικό και ζωντανό της πλάσιμο στα χείλη του λαού. Η αλήθεια της γλώσσας δεν μπορεί να «παγώση» με την απομόνωση και τυποποίηση μιας συγκεκριμένης στιγμής ή φάσης από τη δυναμική ιστορική της εξέλιξη. Η αλήθεια της γλώσσας είναι η διαχρονικότητά της, η αβίαστη συνύπαρξη και αλληλοπεριχώρηση (σ.σ. αμοιβαίος σεβασμός και αμοιβαία υποχώρηση, με σεβασμό της ιδιαιτερότητας του άλλου) της άντλησης από το παρελθόν και της ταυτόχρονης υποταγής στην τρέχουσα έκφραση. Αν η δυναμική αφομοίωση της γλωσσικής πάλης των προγενέστερων οδηγεί σε αρχαΐζουσες και λόγιες τάσεις, αυτό δεν σημαίνει οπωσδήποτε μια γλωσσική ψευτιά ή διανοουμενίστικη πόζα και έπαρση. Αντίθετα, αν καταδικάσουμε και αποκλείσουμε τις αρχαΐζουσες και λόγιες τάσεις, οδηγούμε υποχρεωτικά την τρέχουσα έκφραση σε μαρασμό με ανυπολόγιστες συνέπειες: απολιθώνουμε μια συγκεκριμένη γλωσσική φάση σε τυποποιημένο χρηστικό όργανο ορθολογικής σκοπιμότητας, άσχετο με την πνευματική και πολιτιστική μας αυτοσυνειδησία και υπόσταση.

Αν η καθαρεύουσα που καταργήθηκε είναι ψεύτικη γλώσσα, είναι γιατί την κατασκεύασε ο Κοραής από το γραφείο του στο Παρίσι, για να επιβάλη στανικά (σ.σ. διά της βίας, καταναγκαστικά, με το ζόρι) στο λαό της Ελλάδας μια γλωσσική έκφραση που θα τον ανάδειχνε απευθείας απόγονο των αρχαίων του προγόνων. Αυτή η γλώσσα έπρεπε να «καθαρεύη» από όλες τις ζωντανές μεταπλάσεις και μεταλλαγές της στο στόμα του λαού μέσα στους αιώνες, να είναι ελληνική γλώσσα αντιφάσκοντας στη διαχρονική της ενότητα και καθολικότητα.

Αλλά το ίδιο ψεύτικη ήταν και η δημοτική που κατασκεύασε ο Ψυχάρης, από το παριζιάνικο γραφείο του κι αυτός, για να επιβάλη στανικά στο λαό της Ελλάδας μια γλωσσική έκφραση που θα τον ανάδειχνε σε σύγχρονο ευρωπαϊκό έθνος με αυτόνομο γλωσσικό ιδίωμα. Έπρεπε και αυτή η γλώσσα να «καθαρεύη» από κάθε υποψία αρχαϊσμού, να είναι ελληνική γλώσσα που θα έχη αρνηθή τη διαχρονική της ενότητα και καθολικότητα.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 19.3.1977, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αυτό που αγνοήθηκε και στις δυο περιπτώσεις είναι ότι η γλώσσα απλώς εκφράζει, δεν δημιουργεί πολιτιστικό υπόβαθρο και ήθος. Ούτε η αρχαΐζουσα καθαρεύουσα αρκεί για να μας συνδέση άμεσα με την αρχαία Ελλάδα, ούτε η λαϊκίζουσα καθαρεύουσα για να μας δώση σύγχρονη υπόσταση και ταυτότητα. Υποτάσσοντας την έκφραση της ζωής του λαού σε μια τεχνητή και κατασκευασμένη γλώσσα δεν του μεταδίνουμε καλύτερη ζωή και πολιτισμό, απλώς νοθεύουμε και ψευτίζουμε το ήθος του, δηλαδή την πνευματική του αυτοσυνειδησία και ταυτότητα, του στερούμε τη δυνατότητα να είναι κάτι, και να μπορή να εκφράση αυτό που είναι. Εκατόν πενήντα χρόνια τώρα οι Νεοέλληνες μοιάζουμε να μην είμαστε τίποτα, ούτε απευθείας απόγονοι των αρχαίων ούτε και σύγχρονοι Ευρωπαίοι, αλλά ένας λαός που πιθηκίζει άλλοτε προς τη μια και άλλοτε προς την άλλη κατεύθυνση.

Από αυτή τη σχιζοφρένεια οδηγηθήκαμε στην πόλωση αρχαΐζουσας και δημοτικής. Αντί η πρώτη να τρέφη τη δεύτερη και η δεύτερη να αντλή από την πρώτη, πολώθηκαν σε δυο αντίπαλες γλώσσες, σε μια σχιζοφρενική διγλωσσία που δεν είναι τίποτε άλλο από το τραύλισμα ενός λαού με χαμένη την πολιτιστική του συνείδηση.


Και αναπόφευκτα η γλωσσική σχιζοφρένεια ντύνεται το καβούκι της πολιτικής ή και κομματικής σκλήρυνσης, όπως κάθε πείσμα που θέλει να φτάση ως το μεδούλι. Οι αρχαΐζοντες είναι «εθνικόφρονες», οι δημοτικιστές είναι «αριστεροί» και «προοδευτικοί». Και κανείς δεν συλλογίζεται την αναπηρία που γεννάνε αυτές οι ορθολογικά κατασκευασμένες πολώσεις, σπέρνοντας το διχασμό όχι στις εξωτερικές εκδηλώσεις της ζωής, αλλά στην ίδια την ψυχή του λαού, του λαού που θέλει τη γλώσσα του όχι μόνο για να κάνη πολιτική, αλλά για να μιλήση, να στιχουργήση, να περιπαίξη, να οργιστή, να ερωτευτή, να ορκιστή, να λατρέψη το Θεό του υπεβαίνοντας και εξευτελίζοντας κάθε γλωσσικό καλούπι, πηδώντας αιώνες γλωσσικής εξέλιξης μέσα σε μια μόνο φράση.

Όσο θα υπάρχη η πόλωση αρχαΐζουσας και δημοτικής και όσο θα τρέφουμε αυτή την πόλωση με πολιτικές σκοπιμότητες, το γλωσσικό πρόβλημα θα μένη άλυτο, σε πείσμα των μεταρρυθμίσεων και των νόμων. Και η πόλωση θα είναι αναπόφευκτη για πολλά χρόνια ακόμα, έτσι που ταυτίστηκε η αρχαΐζουσα γλώσσα με την ψευτιά, τη νεκρή ρητορεία, την άκαμπτη τυποποίηση, το γλοιώδες ήθος της καπηλείας των ιερών και των οσίων του έθνους. Αλλά και έτσι που αλλοιώνεται η δημοτική αντλώντας όχι από τις φυσικές μήτρες της ελληνικής έκφρασης, αλλά μεταμοσχεύοντας τεχνητά στο σώμα της δάνεια νοήματα και τύπους από ξένες γλώσσες, δημιουργώντας ένα κακέκτυπο λόγιας έκφρασης φαιδρό και θλιβερό συνάμα, με απίθανες παραμορφώσεις και ηχητικές διαστρεβλώσεις των ελληνικών λέξεων. Όπως μαγαρίσαμε το κάλλος της γης μας οι Νεοέλληνες με τον αναπτυξιακό κρετινισμό μας, έτσι μαγαρίζουμε και τον ιερό πλούτο της γλώσσας μας.

Η πρόσφατη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση βρήκε σαπισμένα πια όλα τα δόντια της καθαρεύουσας, μαζί και με τα αποστήματα που δημιούργησε η τελευταία εφταετία. Αλλά αντί να ξεδοντιάση οριστικά την καθαρευουσιάνικη ψευτιά, έκοψε το κεφάλι της γλώσσας: κατάργησε τη διδασκαλία της αρχαίας στα σχολειά. Έτσι μπαίνουμε σε έναν καινούργιο μονόδρομο γλωσσικής απίσχνανσης που είναι άγνωστο σε τι αγλωσσία θα οδηγήσει. Η καθιέρωση της δημοτικής είναι ένα μέγιστο επίτευγμα, ίσως το πρώτο ουσιαστικό επίτευγμα στον τομέα της Παιδείας, ύστερα από τόσες οδύνες και τόσες προσπάθειες. Και η κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων στα σχολειά είναι μια ριζική υπονόμευση αυτού του επιτεύγματος. Και ταυτόχρονα ένα δείγμα ότι ακόμα και οι πιο καίριες και αποφασιστικές αλλαγές στην εκπαιδευτική πολιτική αυτονομούνται από κάθε καθολική θεώρηση της πνευματικής πορείας και πολιτιστικής αυτοσυνειδησίας του τόπου γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν τέτοιες θεωρήσεις.

[…]


Μοναδική και μακροπρόθεσμη διαφαινόμενη λύση είναι η συστηματική και δημιουργική σπουδή της αρχαίας γλώσσας, των κορυφαίων επιτευγμάτων της ιστορίας της. Να «μπαλώσουμε» αυτή τη λύση διατηρώντας την ψυχοκτόνο μέθοδο και τους απωθητικούς τρόπους με τους οποίους έχουμε διδάξει ως τώρα τους αρχαίους στα σχολειά, είναι οπωσδήποτε απαράδεκτο. Να επιμείνουμε στην κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων, θα αποδειχθή αργά ή γρήγορα εγκληματικό. Τι απομένει λοιπόν;

Μα να σοβαρευτούμε, θα έλεγε κανείς, τίποτε άλλο. Ανάμεσα στην κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων και στη συνέχιση ενός απαράδεκτου συστήματος γι’ αυτή τη διδασκαλία υπάρχουν και άλλες λύσεις, που μπορούν να προσδιοριστούν με σοβαρή σπουδή, τόλμη και αρετή. Να πάψουν οι κατά καιρούς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις μας να ενσαρκώνουν απλώς μια επιφανειακή συνθηματολογία δίχως ευρύτερη θεώρηση της εθνικής μας πορείας και των στόχων της και της ποιότητας της ζωής μας.

Και επειδή όλοι ξέρουμε ότι κυρίως αυτό να σοβαρευτούμε και να απασχοληθούμε έμπρακτα με την εθνική μας αυτοσυνειδησία και ταυτότητα είναι το αδύνατο (αποκλείεται από το πνευματικό και πολιτιστικό μας επίπεδο, και θαύματα δεν γίνονται), τουλάχιστο να κρατάμε αναμμένη τη σπίθα της έγνοιας για το πρόβλημα σε όσες ψυχές ακόμα γρηγορούν (σ.σ. βρίσκονται σε διαρκή εγρήγορση, επαγρύπνηση).

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Δευτέρα 03 Φεβρουαρίου 2025
Απόρρητο