Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2025
weather-icon 17o
Vox populi

Vox populi

Ο δικαιοκρατικός δικαστής είναι αυτός που λειτουργεί βεβαίως εν ονόματι του ελληνικού λαού, αλλά δε σύρεται από τη βούληση της κοινής γνώμης

[…] Νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε σ’ έναν στοιχειώδη ορισμό του κράτους δικαίου με σχετική ευκολία. Το επιχείρησε άλλωστε πριν από λίγο ο αγαπητός Σταύρος Τσακυράκης. Ας πούμε ότι το κράτος δικαίου είναι το θεσμικό σύστημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Το κράτος δικαίου είναι το κράτος στο οποίο η κρατική εξουσία οριοθετείται στη δράση της με νομικές εγγυήσεις, συνταγματικής περιωπής, τώρα δε και με εγγυήσεις διεθνούς περιωπής, οι οποίες υπερισχύουν της εθνικής νομοθεσίας, ακόμη και αυτού του ίδιου του εθνικού Συντάγματος.

Το κράτος δικαίου είναι το κράτος που εγγυάται και διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και όλες τις συναφείς θεσμικές εγγυήσεις που αποτελούν προϋπόθεση και για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Γιατί χωρίς κράτος δικαίου δεν μπορούν να λειτουργήσουν ούτε τα πολιτικά δικαιώματα ούτε τα δικαιώματα συλλογικής δράσης. Δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε η κοινωνία των πολιτών, ούτε ένα πολιτικό σύστημα το οποίο είναι πραγματικά δημοκρατικό, αναγόμενο όχι μόνο στους θεσμούς αλλά και τις αξίες και τις ιστορικές κατακτήσεις και τα αυτονόητα της δημοκρατίας.

[…]

Νομίζω λοιπόν ότι έχουμε έναν ορισμό του κράτους δικαίου και μπορούμε να συνεννοηθούμε. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα όμως είναι μια πολύ πιο περίπλοκη και απαιτητική ιστορία.

[…]

Το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι μια επίκληση της αντίληψης της κοινής γνώμης για τον τρόπο χειρισμού ενός κοινωνικού ζητήματος που απαιτεί νομοθετική ρύθμιση ή μιας υπόθεσης ή διαφοράς που άγεται σε δικαστική κρίση, όπως η αντίληψη αυτή συνάγεται εμπειρικά ή καταγράφεται δημοσκοπικά και διατυπώνεται δημοσιογραφικά, δοκιμιακά και κυρίως πολιτικά, χωρίς οργανωμένο θεσμικά τρόπο και με στόχο την άσκηση πίεσης προς τα κατά το Σύνταγμα αρμόδια όργανα νομοθετικά και ιδίως δικαστικά ή για την άσκηση εκ των υστέρων κριτικής στα όργανα αυτά για τις αποφάσεις που έλαβαν.

[…]

Υπάρχει κάποια θεωρητική βάση στο κοινό περί δικαίου αίσθημα; Μήπως το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι μια αντίθεση στο νομικό θετικισμό οποιασδήποτε εκδοχής, […] μήπως το κοινό περί δικαίου αίσθημα συνδέεται με τον ορυμαγδό των αντιθετικιστικών προσεγγίσεων που είναι πάρα πολλές, που επικαλούνται την ηθική ερμηνεία του Συντάγματος και του νόμου γενικά; Μήπως η αναγωγή στο κοινό περί δικαίου αίσθημα θέτει στο τραπέζι τη σχέση δικαίου και ηθικής; Μήπως το επιχείρημα είναι ότι ο νόμος είναι ηθικά αδιάφορος, ότι το Σύνταγμα είναι ηθικά αδιάφορο; Ότι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου είναι ηθικά αδιάφορη; Αυτό είναι ένα θεμελιώδες ζήτημα και υπάρχουν πολλοί που το λένε αυτό και το πιστεύουν, διότι θεωρούν ότι έχουν τη δυνατότητα να αντιτάξουν στην ηθική του Συντάγματος και στην ηθική της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μια δική τους υπέρτερη ηθική.

Έχει ηθική ο νομικός θετικισμός; Εγώ πιστεύω ότι έχει. Υπάρχει μια σταθερή, σταθμισμένη ηθική του μακρού ιστορικού χρόνου, της προστασίας του ατόμου, της προστασίας των μειοψηφιών, των εγγυήσεων του κράτους δικαίου που μας προστατεύει από άμεσες, τυφλές και συγκυριακές αντιδράσεις της κοινής γνώμης ή από πολιτικές ή κοινωνικές σκοπιμότητες. Είναι τεράστιο το ηθικό βάρος του θετικιστικού κεκτημένου που αποτυπώνεται σε θεμελιώδη νομικά κείμενα με υπερέχουσα νομική ισχύ. Βεβαίως μπορεί κανείς κάποια στιγμή να επικαλεσθεί την ηθική του φυσικού δικαίου, την ηθική της συγκυρίας, των άμεσων αντιδράσεων της κοινής γνώμης, των απλουστεύσεων, της δημαγωγίας, του πάθους για εκδίκηση. Γι’ αυτό όμως το κράτος δικαίου παίρνει την ποινική υπόθεση και την καθιστά αντικείμενο της πολιτείας, την καθιστά δημόσιο δίκαιο και δεν την αφήνει στο πεδίο της εκδίκησης του τρωθέντος πολίτη, του ιδιώτη.

Όλα αυτά που έχουν σχέση με την αποκατάσταση της αδικίας, των ανισοτήτων, με το αίσθημα δικαιοσύνης, είναι ένας πολιτικός λόγος, είναι η αναζήτηση των όρων της κοινωνικής συμβίωσης, άρα και των κοινωνικών συγκρούσεων, των ταξικών συγκρούσεων. Από ένα σημείο και μετά όμως τυποποιούνται νομικά. Αφ’ ης στιγμής τυποποιηθούν νομικά, ο δικαστής που ερμηνεύει το Δίκαιο, πώς επηρεάζεται από το κοινό περί δικαίου αίσθημα, στο όνομα ποιων αρχών και ποιας ηθικής; Αυτό είναι το μεγάλο θέμα.

Μπορεί να χειραγωγείται από τη θλίψη των συγγενών, από την αντίδραση στο ειδεχθές του εγκλήματος ή από πολιτικές, συντεχνιακές ή συνδικαλιστικές σκοπιμότητες. Κανείς, πρέπει να σας πω, δεν είναι αθώος σε σχέση με την προσβολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Μπορεί εξίσου καλά και ο νομοθέτης, δηλαδή η πολιτική εξουσία, να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και ο δικαστής να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα.

[…]

Άρα έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία η στάση του δικαστή, ο φιλελευθερισμός του, ο σεβασμός του κράτους δικαίου από το δικαστή. Υπάρχουν λοιπόν εγγυήσεις οι οποίες να μας περιβάλλουν έναντι του δικαστή και της πιθανής αθέμιτης επιρροής του από ένα αμφίβολο, εναλλασσόμενο, αδιάγνωστο «κοινό περί δικαίου αίσθημα», όπως το περιγράφω; Όχι από το αίσθημα δικαιοσύνης, όχι από τις φιλοσοφικές αρχές της Δικαιοσύνης ως πολιτικής θεωρίας, αλλά από το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» ως τρόπο ερμηνείας και εφαρμογής του δικαίου σε αντίθεση με την ηθική και την τελεολογία του θετικισμού.

Υπάρχει μια θεμελιώδης συνταγματική δικονομική εγγύηση. Αυτή είναι η πλήρης και ειδική αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων που απευθύνεται και στην ειδική κοινή γνώμη των νομικών, η οποία πρέπει να πεισθεί για τη σοβαρότητα και την επιχειρηματολογική εγκυρότητα της απόφασης, αλλά και στη γενική κοινή γνώμη. Αν δεν πεισθεί όμως η ειδική κοινή γνώμη των νομικών, δεν πείθεται ούτε η γενική. Γιατί υπάρχουν διαμορφωτές της κοινής γνώμης και η κοινότητα των νομικών είναι τεράστιας εμβέλειας διαμορφωτής της κοινής γνώμης.

[…]

Το μεγάλο πρόβλημα είναι κατά τη γνώμη μου η έλλειψη του αναγκαίου δικαιοκρατικού αισθήματος στην κοινή γνώμη. Η κοινή γνώμη είναι δημοκρατική κατά τεκμήριο, διεκδικεί να γίνει πλειοψηφία, δεν αρέσκεται να είναι μειοψηφία, αλλά ασκεί εντατικά τα δικαιώματα της μειοψηφίας, σπανίως όμως είναι φιλελεύθερη, με την έννοια του σεβασμού των εγγυήσεων του κράτους δικαίου.

Η κοινωνία στη φυσική της μορφή είναι ζούγκλα, είναι bellum omnium contra omnes. Είναι θεσμική επεξεργασία όλες οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου και του νομικού πολιτισμού, του λεγόμενου δυτικού ή ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού. Η κρούστα είναι πάρα πολύ ρηχή, σπάζει πάρα πολύ εύκολα και ξαναγυρίζεις σε συγκρούσεις οι οποίες είναι αρχαϊκές και βίαιες, ανά πάσα στιγμή. Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή για να μη συμβεί αυτό.

Δεν αποδέχεται λοιπόν συνολικά η κοινή γνώμη στις δυτικές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής, ως καθολικές κατακτήσεις τις κατακτήσεις του κράτους δικαίου. Τι δεν αποδέχεται; Είναι τραγικά μακρύς ο κατάλογος των κατακτήσεων του κράτους δικαίου επί των οποίων έχει θεμελιώδεις αμφισβητήσεις η κοινή γνώμη:

Δεν αποδέχεται το τεκμήριο αθωότητας. Στη συνείδηση της κοινής γνώμης λειτουργεί με μεγάλη ευκολία τεκμήριο ενοχής. Ανατρέπεται όμως έτσι το θεμέλιο του κράτους δικαίου. Δεν αποδέχεται την τυποποίηση του ποινικού φαινομένου, ότι για μια λέξη του νομοθέτη μπορεί να απαλλαγεί ο κατηγορούμενος, γιατί δεν υπάρχει τυποποιημένη ποινικά συμπεριφορά. Δεν αποδέχεται την ποινική παραγραφή. Θεωρεί ότι είναι σκάνδαλο η ποινική παραγραφή. Τρέχουν οι δικαστές μη τυχόν και έχει επέλθει παραγραφή, ενώ η παραγραφή είναι ένα στοιχειώδες μέτρο επιείκειας, είναι το δικαίωμα στη λησμονιά, είναι πολιτισμός, είναι εγγύηση του κράτους δικαίου.

[…]

Δεν αποδέχεται τις προϋποθέσεις και τα όρια της προσωρινής κράτησης, θεωρεί ότι είναι λογικό η προσωρινή κράτηση να λειτουργεί ως «προκαταβολή» της ποινικής καταδίκης για λόγους ικανοποίησης του κοινού αισθήματος. Σε ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα, πολύνεκρο, πρέπει να κρατηθεί προσωρινά ο οδηγός για να ικανοποιηθεί η κοινή γνώμη. Μπορεί να είναι πλημμεληματικής μορφής αυτό το οποίο έχει συμβεί. […]

Δεν αποδέχεται το ne bis in idem σε υποθέσεις οι οποίες έχουν απαξία, είναι ποινικές, είναι υποθέσεις λαθρεμπορίου. Δεν αποδέχεται κατά περίπτωση την κατάργηση της θανατικής ποινής. Γιατί ένας δολοφόνος έκανε μια πολύ ειδεχθή πράξη, ένας δολοφόνος και βιαστής μικρού παιδιού ή κάποιος κατά συρροή δολοφόνος ο οποίος τέλεσε σωρεία ανθρωποκτονιών.

Τι αποδέχεται με ενθουσιασμό η κοινή γνώμη; Αποδέχεται ό,τι αντιβαίνει στο κράτος δικαίου, αλλά είναι μέσα στην καθημερινή συνομιλία και των νομικών και των διαμορφωτών της κοινής γνώμης, την «παραδειγματική τιμωρία». Να τιμωρηθεί παραδειγματικά ο κατηγορούμενος. Η παραδειγματική τιμωρία παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, παραβιάζει την τυποποίηση του ποινικού φαινομένου. Η παραδειγματική τιμωρία εκφράζει όμως το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Μα κάθε τιμωρία είναι παραδειγματική. Αυτή είναι η γενική προληπτική λειτουργία της ποινής. Εάν πάνω σ’ αυτή τη λειτουργία της ποινής, η οποία είναι οργανωμένη, τυποποιημένη, προσθέσεις και μια vox populi που λέει «παραδειγματική τιμωρία», έχεις υπερβεί την αρχή της αναλογικότητας και έχεις καταργήσει το κράτος δικαίου. […]

Ο επιεικής δικαστής παίζει το κεφάλι του και τη σταδιοδρομία του, απειλούμενος, επειδή δεν υπάρχουν εγγυήσεις εσωτερικής ανεξαρτησίας στην πράξη, με σωρεία πειθαρχικών και ποινικών διώξεων για οποιαδήποτε επιεική και μη αρεστή κρίση. Σπανίως μπορεί και για αυστηρή, εάν το σύστημα λειτουργεί αντίστροφα. Και βεβαίως η κοινωνία δεν αντιδρά στη χαλαρή αντιμετώπιση του συκοφάντη, του ψευδώς καταμηνύοντος, αναφέροντος ή καταγγέλλοντος. Μπορεί να κάνει ο καθένας ό,τι θέλει, ανωνύμως.

Άλλωστε, τα πάντα, και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προσφέρονται σε μια χαλαρή λειτουργία του συστήματος της καταμήνυσης. Γιατί οτιδήποτε γράφεται στον Τύπο συνιστά καταμήνυση. Από την άποψη αυτή, η στάση των μέσων ενημέρωσης συντηρεί και αναπαράγει και διογκώνει αυτό το θεσμικό λαϊκισμό που είναι άκρως επικίνδυνος, η δε επιστήμη σιωπά, δηλαδή η κοινότητα των νομικών, και βέβαια ο πολιτικός λόγος δεν αρθρώνεται.

Γιατί υπάρχει βεβαίως πολιτικός λαϊκισμός όταν, όπως είπε ορθά ο πρόεδρος Παναγιώτης Πικραμμένος, ο πολιτικός καθοδηγείται από την κοινή γνώμη, δεν επικοινωνεί μαζί της, αλλά σύρεται από αυτήν. Αλλά υπάρχει και νομικός λαϊκισμός, υπάρχει και δικαστικός λαϊκισμός, όπως υπάρχει και εκκλησιαστικός λαϊκισμός και καλλιτεχνικός λαϊκισμός. Άπειρες μορφές λαϊκισμού, πιο επικίνδυνες κατά βάθος από τον πολιτικό λαϊκισμό.

Και εδώ τίθεται και το ζήτημα της κριτικής των δικαστικών αποφάσεων, που είναι βέβαια τελείως διαφορετικό ζήτημα αν η κριτική είναι επιστημονική ή δημοσιογραφική και τελείως διαφορετικό αν η κριτική είναι πολιτική κριτική από όργανα κυβερνητικά. Διότι είναι άλλο ένα όργανο και οι περιορισμοί που έχει στο πλαίσιο της διάκρισης των εξουσιών και άλλο το τι κάνει κάποιος ως πολίτης ή ως επιστήμονας.

Και χειρότερο από την κριτική είναι η προαναγγελία ή η δημόσια πίεση από του βήματος της Βουλής ότι «περιμένουμε μια παραδειγματική απόφαση γι’ αυτό» ή «είναι απαράδεκτο να υπάρξει μια άλλη απόφαση σε εκκρεμή υπόθεση». Φυσικά όλα αυτά έχουν κριθεί και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ότι παραβιάζουν το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

[…]

Και γι’ αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να πούμε ποιος είναι κατά τη γνώμη μας ο δικαιοκρατικός δικαστής. Είναι αυτός που λειτουργεί βεβαίως εν ονόματι του ελληνικού λαού, αλλά δε σύρεται από τη βούληση της κοινής γνώμης. Δεν είναι ο αρεστός δικαστής, δεν είναι ο «τιμωρός» δικαστής, αλλά είναι ο δικαστής που αντιστέκεται στον εύκολο καθημερινό λόγο της κοινής γνώμης και διατυπώνει ένα λόγο εγγυητικό των δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου.

*Εκτενή αποσπάσματα από ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου σε εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών με θέμα «Κοινό περί δικαίου αίσθημα vs κράτος δικαίου». Στην ανοιχτή συζήτηση, η οποία είχε πραγματοποιηθεί στις 31 Ιανουαρίου 2018, είχαν συμμετάσχει, μεταξύ άλλων, ο Παναγιώτης Πικραμμένος και ο αείμνηστος Σταύρος Τσακυράκης.

Ο Βενιζέλος, με επιστημονική επάρκεια και πασίδηλη οξυδέρκεια, παίρνει ξεκάθαρη θέση στο θεμελιώδες και συνάμα επίμαχο ζήτημα της τριγωνικής σχέσης «Δικαιοσύνη – κοινή γνώμη – πολιτική».

Τα διδάγματα που μπορούμε να αντλήσουμε από την ομιλία του σε κάθε εποχή αλλά και στην τρέχουσα πολιτικοκοινωνική συγκυρία ειδικότερα είναι κατά τη δική μου αντίληψη πολύτιμα.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2025
Απόρρητο