
Συμφωνία Λονδίνου: Από το «τετέλεσται» στο «νενικήκαμεν»
«Πετύχαμε με τις συμφωνίες εκείνες το μέγιστο που θα μπορούσαμε ή θα μπορέσουμε να πάρουμε ποτέ για τον Ελληνισμό της Κύπρου»
Την τόσο ενδιαφέρουσα συνέντευξη του τ. Πρωθυπουργού της Τουρκίας κ. Μπουλέν Ετσεβίτ, που δημοσιεύθηκε την Κυριακή στις 21 Ιουλίου (σ.σ. του έτους 1985), «Το Βήμα» ζήτησε να τη σχολιάσουμε ο κ. Μαύρος κι εγώ. Το κάναμε ευχαρίστως, στις 24 και 25 Ιουλίου.
Στο «Βήμα» της 28ης Ιουλίου ο κ. Μαύρος σχολίασε και τις δικές μου απόψεις.
Εγώ θ’ αποφύγω να σχολιάσω το δικό του κείμενο.
Απάντηση στην κριτική
Το καλοκαίρι του 1974 ο φίλος μου κ. Μαύρος ήταν επιτόπου, από ελληνικής πλευράς, ο εισηγητής και ο ανώτατος υπεύθυνος για τις ατυχείς διαπραγματεύσεις της Γενεύης (σ.σ. με την ιδιότητα του υπουργού Εξωτερικών της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή). Δεν θα ήθελα, λοιπόν, να κάνω κριτική βάσει ολίγων επίσημων κειμένων που διάβασα, και βάσει αφηγήσεων άλλων αρμοδίων, εκεί παρόντων. Οφείλω όμως ν’ απαντήσω σε μερικά σημεία της δικής του κριτικής.
Τις συμβουλές που μου δίνει για τη δομή της συνέντευξής μου θα προσπαθήσω στο μέλλον να τις χρησιμοποιήσω, γιατί ο κ. Μαύρος έχει μεγάλη συγγραφική πείρα. Στο βαθμό που θα το κάνω οι μελλοντικοί αναγνώστες μου θα κρίνουν αν έγραφα καλλίτερα προ ή μετά από αυτές τις συμβουλές. Πάντως, τα όσα έγραψα, για τη ζωηρή επιθυμία του Καραμανλή να σταλεί μια πλήρης μεραρχία στην Κύπρο, πιστεύω ότι χρήσιμο ήταν να το γράψω και μάλιστα όπως το έκανα, με μερικές λεπτομέρειες, αλλά χωρίς όλες τις λεπτομέρειες.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 4.8.1985, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γενικά για τις δύο συνθήκες
Αν όμως γι’ αυτό το σημείο αρκούν, για την ώρα, αυτά τα λίγα, ένα άλλο ουσιαστικότατο σημείο χρειάζεται περισσότερες διευκρινίσεις.
Ο κ. Μαύρος αποφάνθηκε πως οι συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου ήταν η αρχή της τραγωδίας της Κύπρου και ότι επρόκειτο περί πανωλεθρίας της Ελληνικής Διπλωματίας.
Θα μπορούσα να περιορισθώ ν’ απαντήσω ότι ο μακαρίτης Αρχιεπίσκοπος Μακάριος —ο από όλους αναγνωρισμένος εκπρόσωπος του Ελληνισμού της Κύπρου— συνεργάσθηκε σ’ αυτές, επέβαλε μερικούς όρους που εγώ πολέμησα, όπως προκύπτει από επίσημο κείμενο, τις υπέγραψε και τις παρουσίασε ως θρίαμβο στην παγκυπριακή συγκέντρωση που τον υποδέχθηκε όταν επέστρεψε από το Λονδίνο στη Λευκωσία.
— Το περίφημο «νενικήκαμεν» και οι έξαλλες ιαχές του πλήθους, τα θερμότατα ευχαριστήρια τηλεγραφήματά του προς τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και προς εμένα,
— τα τηλεγραφήματα και οι επισκέψεις του αρχηγού της ηρωικής ΕΟΚΑ, οι μακροχρόνιοι πανηγυρισμοί που επακολούθησαν στην Κύπρο και στην Ελλάδα,
— η ευημερία και η αρμονική συνεργασία των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων κατά τα 3-4 πρώτα χρόνια,
— οι κατά την ίδια αυτή περίοδο στενές και καρποφόρες σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας αποδεικνύουν έμπρακτα ότι οι συμφωνίες εκείνες ήταν εξαίρετες για την Κύπρο και για την ευρύτερη γύρω περιοχή.
Αν λάβει κανείς υπόψη του τα αμάχητα γεωπολιτικά δεδομένα που επηρεάζουν την τύχη της προσφιλούς Μεγαλονήσου, θα καταλήξει ασφαλώς στο ότι πετύχαμε με τις συμφωνίες εκείνες το μέγιστο που θα μπορούσαμε ή θα μπορέσουμε να πάρουμε ποτέ για τον Ελληνισμό της Κύπρου.
Γι’ αυτό και σήμερα, έπειτα από τόσες οδύνες και ενώπιον τόσων φοβερών κινδύνων, είναι συνήθης πια στην Κύπρο η έκφραση:

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 20.2.1959, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο αγώνας για το Κυπριακό
Αλλά ο κ. Μαύρος, εξέχων πολιτικός που διηύθυνε διάφορα Υπουργεία, την Εθνική Τράπεζα και το Υπουργείο Εξωτερικών επί τρεις μήνες το 1974, θα όφειλε να γνωρίζει τον φοβερό κίνδυνο που απείλησε την Κύπρο πριν οδηγηθούμε στις συμφωνίες.
Οι κυβερνήσεις Καραμανλή, της χρυσής οκταετίας ’55-’63, σε στενή συνεργασία με την Κυπριακή Ηγεσία, χρησιμοποίησαν κάθε μέσο για να επιτύχουν την απαλλαγή της Κύπρου από τον αποικιακό ζυγό.
Με τη βοήθεια λίγων Κυπρίων και λίγων Ελλήνων, κατόρθωσαν —κρυφά, για να μην εκτεθούν διεθνώς— να ανεφοδιάζουν τακτικά την ΕΟΚΑ και να συνεργάζονται με τον Αρχηγό της.
Την εξωτερική τους πολιτική την υπέταξαν ολόκληρη στις ανάγκες του χειρισμού του Κυπριακού, και αυτό επέτρεψε να έχουν πολλά διπλωματικά στηρίγματα για να δίνουν σκληρές μάχες σε διεθνείς κονίστρες.
Παρά ορισμένες γελοίες όσο και αστήριχτες κατηγορίες, συχνά, «τονίζω» συχνά, ήρθαν για τον σκοπό αυτόν σε πλήρη αντίθεση με πανίσχυρους συμμάχους.
Η χαρακτηριστικότερη περίπτωση ήταν η κρίση του Σουέζ, που ήταν τότε μια ενδεχόμενη αιτία μεγάλου πολέμου. […]
Η Μεγάλη Βρετανία δεν άντεχε στη διεθνή κατακραυγή και στην εσωτερική επίκριση για την απώλεια τέκνων της σε μια λευκή αποικία στην οποία η Κυβέρνησή της δεν μπορούσε να επιβάλει την τάξη.

Το σχέδιο Μακμίλαντ
Έτσι, έπειτα από μερικές συμβιβαστικές προσπάθειες που απέτυχαν, διακήρυξε ότι είχε καταρτίσει σχέδιο, το οποίο και ήταν αποφασισμένη να εφαρμόσει: Ήταν το «σχέδιο Μακμίλαντ», που έμεινε γνωστό έτσι από το όνομα τού τότε Βρετανού Πρωθυπουργού. Χειρότερο δεν μπορούσε να γίνει.
Για να αγνοηθούν διάφορες άκρως δυσάρεστες λεπτομέρειες του νέου καταστατικού χάρτου, αρκεί να λεχθεί ότι μ’ αυτόν η Αγγλία παραχωρούσε την κυριαρχία επί της Κύπρου και η Κύπρος ετίθετο αμέσως υπό τριπλή κυριαρχία. Θα την ασκούσαν από κοινού τρεις ύπατοι αρμοστές, ένας Άγγλος, ένας Έλληνας κι ένας Τούρκος.
Στο τέλος της επταετίας, αν το σύστημα είχε δουλέψει καλά, θα συνεχιζόταν για πάντα, αν όχι θα γίνονταν χωριστά δημοψηφίσματα των δύο κοινοτήτων για διχοτόμηση στον 35ο παράλληλο, που περνάει από τη Λευκωσία.
Στην Κύπρο είχε κυριαρχήσει ατμόσφαιρα θανάτου. Σημαντικός παράγοντας του Ελληνισμού της, την πρώτη ημέρα της αναγγελίας του σχεδίου, είχε επισκεφθεί τον Ακαδημαϊκό Άγγελο Βλάχο, τότε Γενικό Πρόξενο στη Λευκωσία, και, με τη σφραγίδα της απελπισίας στο πρόσωπό του, του είχε πει: «Τώρα τετέλεσται».
Ο Αρχιεπίσκοπος, στην απελπισία του, για να σώσει την κατάσταση, έκανε το σφάλμα (22 Σεπτεμβρίου 1958) να προσφέρει χωρίς αντάλλαγμα, χωρίς προσυνεννόηση με την Κυβέρνησή μας, χωρίς τουλάχιστον ορισμό γενικών γραμμών, τη λύση της ανεξαρτησίας, που ως τότε δεν δεχόταν. Τώρα τη δεχόταν, και δεσμευμένη ακόμα! Χάναμε πρόωρα και δωρεάν ένα πολύτιμο διαπραγματευτικό έρεισμα.
Η Ελληνική Κυβέρνηση είχε κυριολεκτικά κινήσει πάντα λίθον για να ματαιωθεί η εφαρμογή του σχεδίου. Στο NATO, στον ΟΗΕ, στις συμμαχικές ή άλλες φιλικές πρωτεύουσες, δίνονταν επίμονες μάχες για τον σκοπό αυτόν.
Καμία προσπάθεια δεν καρποφορούσε. Το σχέδιο εφαρμοζόταν, η Τουρκία είχε ορίσει ποιος θα εκτελούσε καθήκοντα ύπατου αρμοστή, η Ελλάδα απείχε. Απείχε, αλλά η τριπλή κυριαρχία —διπλή για την ώρα— είχε αρχίσει.

Τα πλεονεκτήματα
Και αντί αυτής και των άλλων φοβερών μειονεκτημάτων (π.χ. διπλή υπηκοότητα και για τους Ελληνο- και για τους Τουρκοκύπριους), έπειτα από μια δωδεκαήμερη σκληρή μάχη στην Πολιτική Επιτροπή και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ (Δεκέμβριος του 1958), έπειτα από λίγες συνεννοήσεις στη Νέα Υόρκη και πολλές άλλες σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, επιτεύχθηκε η σύναψη των δύο συμφωνιών (σ.σ. Ζυρίχης και Λονδίνου).
Τα πλεονεκτήματα που αναγνωρίσθηκαν στην τουρκική πλευρά ήταν το τίμημα των πολύ μεγαλύτερων πλεονεκτημάτων που είχαν κατοχυρωθεί για την ελληνική πλευρά και ήταν η πραγματική, η πλήρης ανεξαρτησία, ήταν η διοίκηση της Μεγαλονήσου από ένα Υπουργικό Συμβούλιο με 7 Έλληνες και 3 Τούρκους, όπου οι αποφάσεις θα λαμβάνονταν κατά πλειοψηφία, ήταν η εξασφάλιση της μειονότητας, αλλά και συγχρόνως και της δεσπόζουσας θέσης των Ελλήνων, ήταν η παρουσία στον διεθνή χώρο μιας δεύτερης μικρής Ελλάδας.
Τα επίσημα κείμενα επιβεβαιώνουν όλα αυτά και άλλα πολύ ωφέλιμα. Η πράξη το επιβεβαίωσε περίτρανα κατά την περίοδο αρχές 1959-αρχές 1963.
Όσα επακολούθησαν είναι εντελώς άσχετα με τη γενεσιουργό αιτία τών παραπάνω.
Αντιθέτως οφείλονται στο ότι αφού υμνήσαμε, σπανίως από πατριωτισμό και συνήθως από εσωτερική πολιτική, θελήσαμε ν’ αγνοήσουμε τη γενεσιουργό αιτία των καλών καγαθών.
Γι’ αυτό, για όσα επακολούθησαν, θα μπορούσε να επαναληφθεί εκείνο που ο Θουκυδίδης είχε γράψει για μια άλλη Μεγαλόνησο, άλλοτε γνήσια ελληνική: «Πάντα τα περί Σικελίαν γενόμενα μείζω ή τα δάκρυα».
Αν η ταχύτητα της σκέψης του κ. Μαύρου τού επέτρεπε να θυμάται ορισμένα ιστορικά γεγονότα, γεγονότα αναμφισβήτητα, ασφαλώς θα μιλούσε πολύ πιο προσεχτικά.
*Κείμενο του αειμνήστου Ευάγγελου Αβέρωφ – Τοσίτσα, που έφερε τον τίτλο «Και όμως κλαίμε για τη Ζυρίχη» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 4 Αυγούστου 1985.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας
Στις 19 Φεβρουαρίου 1959 υπεγράφη στο Λονδίνο πενταμερής συμφωνία για την Κύπρο, η περίφημη Συμφωνία του Λονδίνου.

Με την εν λόγω συμφωνία επί του Κυπριακού, με την οποία γραφόταν ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της Μεγαλονήσου, εγκαθιδρύθηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία της Κύπρου.
Σε ό,τι αφορά τα προηγηθέντα της υπογραφής, μπορούμε να περιοριστούμε στα εξής:
Μετά τη μονογραφή των συμφωνηθέντων στη Ζυρίχη από τους πρωθυπουργούς της Ελλάδας και της Τουρκίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή και Αντνάν Μεντερές, στις 11 Φεβρουαρίου 1959, ακολούθησε διάσκεψη των ενδιαφερομένων μερών στο Λονδίνο, όπου προσκλήθηκαν επίσης ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, Φαζίλ Κουτσιούκ.
Ο Μακάριος είχε κάνει κατ’ αρχήν δεκτές τις βασικές διατάξεις του Συντάγματος που προέβλεπε η Συμφωνία της Ζυρίχης, αλλά είχε εκφράσει την επιθυμία να συζητήσει κάποια σημεία των κειμένων της Ζυρίχης με τον Φαζίλ Κουτσιούκ, έστω και στο περιθώριο της διάσκεψης.
Στο πλαίσιο της διάσκεψης του Λονδίνου, που άρχισε στις 17 Φεβρουαρίου 1959, η Μεγάλη Βρετανία αποδέχτηκε τα συμφωνηθέντα στη Ζυρίχη υπό τον όρο ότι θα διατηρούσε πλήρως την κυριαρχία της στις δύο στρατιωτικές βάσεις του Ακρωτηρίου και της Δεκέλειας.
Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας και της Τουρκίας δήλωσαν ότι αποδέχονταν τα συμφωνηθέντα στη Ζυρίχη, αλλά δεν έγινε το ίδιο με τον Μακάριο, ο οποίος δήλωσε μεν ότι δεχόταν τις ρυθμίσεις της Ζυρίχης ως βάση συζήτησης, αλλά έθεσε ζήτημα αναθεώρησης ορισμένων διατάξεων.
Τελικά, παρά τους δισταγμούς που είχε, ο Μακάριος υπέγραψε τις συμφωνίες για την ανεξάρτητη Δημοκρατία της Κύπρου.
Ο Καραμανλής και ο τότε βρετανός πρωθυπουργός, Χάρολντ Μακμίλαν, μετέβησαν ακολούθως στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο Μεντερές ύστερα από το αεροπορικό δυστύχημα (στοίχισε τη ζωή σε δώδεκα άτομα) που είχε κατά την προσγείωση του αεροσκάφους του στο Λονδίνο, στις 17 Φεβρουαρίου.
Έτσι, το ανεξάρτητο κυπριακό κράτος έμελλε να γεννηθεί μέσα σε ένα βρετανικό νοσοκομείο, όπου οι τρεις ηγέτες των ενδιαφερομένων μερών υπέγραψαν το τελικό κείμενο της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις