
Γιατί ο Ντέιβιντ Λιντς δεν θα ήταν αυτός που ξέρουμε χωρίς τον Φράνσις Μπέικον;
Ο κριτικός τέχνης Σεμπάστιαν Σμι, με μια αναδρομή στην ιστορία, δείχνει πώς ο Ντέιβιντ Λιντς ήταν εκφραστής της εποχής του, η οποία βρίσκει τις ρίζες της οπτικής της πολύ πιο πίσω χρονολογικά.
Ήταν ο Ντέιβιντ Λιντς ένας ακόμη εκφραστής του πνεύματος του καιρού του; Για τον Σεμπάστιαν Σμι, κριτικό τέχνης και συντάκτη της Washington Post, ναι.
«Ορισμένες εικόνες επαναλαμβάνονται. Είναι φασματικές. Βγαίνουν από το σκοτάδι – από κάπου μακριά και μισοξεχασμένες – και εμφανίζονται. Ξανά και ξανά», ξεκινά λέγοντας ο Σμι και, πράγματι, δεν έχει άδικο.
Μετά τον θάνατο του Ντέιβιντ Λιντς, όλοι λένε ωραίες ιστορίες για τον θρυλικό σκηνοθέτη: Το παλιομοδίτικο χιούμορ του, την πίστη του στον υπερβατικό διαλογισμό, την καλοσύνη του προς τους αγαπημένους του ηθοποιούς.
Βέβαια, στην πραγματικότητα, το ελκυστικότερο χαρακτηριστικό του εμβληματικού σκηνοθέτη δεν ήταν άλλο από την σκοτεινή του πλευρά. Οι εικόνες του μας στοίχειωναν όσο ζούσε και δημιουργούσε – κάτι που, όπως όλα δείχνουν, θα συνεχίσουν να κάνουν στα χρόνια που έπονται.
«Twin Peaks: Fire Walk With Me»
Σε αυτό, σύμφωνα με τον κριτικό τέχνης, η οπτική του σκηνοθέτη έμοιαζε πολύ με τον ζωγράφο Φράνσις Μπέικον, ο οποίος πέθανε το 1992, τη χρονιά που γνωρίσαμε το «Twin Peaks: Fire Walk With Me» του Λιντς.
«Κατά την εμπειρία μου, οι άνθρωποι που τους αρέσουν οι ταινίες του Ντέιβιντ Λιντς αγαπούν επίσης τους πίνακες του Μπέικον. Θα ήταν πολύ απλό να πούμε ότι και οι δύο καλλιτέχνες εκθέτουν το σκοτεινή πλευρά της κοινωνίας ή απολαμβάνουν το ασυνείδητο», λέει ο κριτικός.
Κύριος στόχος του Ντέιβιντ Λιντς δεν ήταν να μας κάνει να τρομάξουμε με την εικόνα που μας προβάλλει, αλλά με το εφιαλτικό όραμα που βρίσκεται πίσω από κάθε συμβολισμό που εμφανίζεται άκρως αρμονικά σε ένα πλάνο βγαλμένο από το πιο σκοτεινό παραμύθι του κόσμου.
«Winkie’s»
Σκεφτείτε, για παράδειγμα, τη συνάντηση που επινόησε στο «Mulholland Drive» του 2001 – εκείνη που έλαβε χώρα σε ένα πάρκινγκ στο πίσω μέρος του εστιατορίου «Winkie’s». Η πραγματική φιγούρα του τρόμου ήταν σχεδόν παράλογη: ένα άτομο με μουντά μαλλιά και «βρώμικο» πρόσωπο. Όμως το πλαίσιο ήταν απόλυτα «καλιμπραρισμένο». Ο Ντέιβιντ Λιντς ήθελε να είναι τρομακτικό σε έναν πολύ συγκεκριμένο, σχεδόν αφόρητο βαθμό – να σε στοιχειώνει το πρόσωπο του άνδρα που εξομολογείται τους δικούς του «δαίμονες».
Για τον Σμι, ο Μπέικον έκανε κάτι παρόμοιο. Δεν ζωγράφισε πολλές εικόνες όπως αυτή, έναν πίνακα του 1953 που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης των ΗΠΑ με τίτλο «Study of a dog» (Μελέτη ενός σκύλου). Όμως, ο αφηρημένος, θολός, παραμορφωμένος σκύλος που αναδύεται από το σκοτάδι κατά μήκος μιας βαθιάς προοπτικής γραμμής ήταν σαφώς μια εικόνα που τον είχε επηρεάσει. Το γιατί είναι σχεδόν άσχετο με το θέμα.

«Study of a Dog», 1953, Φράνσις Μπέικον, Εθνική Πινακοθήκη ΗΠΑ, Πηγή: The Washington Post
Η επιρροή του Ίντγουιρντ Μάιμπριτζ
Το 1953 ήταν η χρονιά που πέθανε ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Στάλιν και στέφθηκε η Βασίλισσα Ελισάβετ Β’. Ήταν επίσης η χρονιά που ο Μπέικον, σε μια εποχή που οι ομοφυλοφιλικές πράξεις ήταν ακόμη παράνομες στη Βρετανία, ζωγράφισε δύο άνδρες να κάνουν σεξ. Βασίστηκε στη θολή, φασματική σύνθεση του Ίντγουιρντ Μάιμπριτζ, με τις μορφές να διαλύονται με ανατριχιαστική ακρίβεια, σε μια ακολουθία φωτογραφιών ανδρών που πάλευαν, σύμφωνα με τον Σμι. Οι stop-motion φωτογραφίες του Μάιμπριτζ ήταν αυτές που δημιούργησαν τον κινηματογράφο όπως τον ξέρουμε.
«Μυθολογία του τρόμου»
Στον Μπέικον άρεσαν τόσο οι φωτογραφίες όσο και οι ταινίες. Τον απασχολούσαν πολύ και οι δύο μορφές τέχνης, τόσο ως προς το αισθητικό αποτέλεσμα όσο και ως εργαλείο προπαγάνδας. Ο καλλιτέχνης είχε ζήσει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ήθελε να αναμετρηθεί με αυτό που ο κριτικός τέχνης Ντέιβιντ Σίλβεστερ αποκάλεσε «μυθολογία του τρόμου».
Ο Φράνσιν Μπέικον παρουσίαζε τα φρικιαστικά φαντάσματά του (κρεμασμένα κουφάρια, παραμορφωμένα πρόσωπα και σώματα) με τον ίδιο ανησυχητικό, τεκμηριωμένο τρόπο που μια κάμερα θα μπορούσε να δείξει μια «σταρ του κινηματογράφου να μπαίνει στο αεροπλάνο της» ή έναν «τερματοφύλακα να αποτυγχάνει να κάνει μια απόκρουση», έγραψε ο Σίλβεστερ.

«Τwo figures», 1953, Φράνσις Μπέικον, The Estate of Francis Bacon, Πηγή: The Guardian
Η γκραβούρα του θανάτου
Δύο χρόνια μετά τη «Μελέτη ενός σκύλου», ο καλλιτέχνης Μαξ Κλαρά-Σερού δήλωσε ότι το έργο του Μπέικον του θύμισε μια διάσημη γκραβούρα του Άλμπρεχτ Ντύρερ που απεικονίζει «έναν ιππέα … χωρίς να γνωρίζει την παρουσία του θανάτου, που ακολουθεί, βήμα προς βήμα, πίσω του». Το προσόν του Μπέικον, είπε ο Κλαρά-Σερού, ήταν ότι έβαλε τον εαυτό του στη θέση του καβαλάρη και τόλμησε να γυρίσει πίσω.
Σε αντίθεση με τον Ντύρερ, έναν δεξιοτέχνη μετρ του πολλαπλασιασμού των λεπτομερειών, ο Μπέικον χρησιμοποίησε πολύ λιτά μέσα για να μεταδώσει την πολύ σύγχρονη αίσθηση του τρόμου. Μπορείτε να περπατήσετε δίπλα από τους πίνακές του και να μην συγκινηθείτε. Ή μπορείτε να γυρίσετε. Αν το κάνετε, μπορεί να σας προκαλέσουν μια σχεδόν φυσική ναυτία – ένα συναίσθημα που μπορεί να φύγει, αλλά μπορεί να είναι πάντα εκεί και να σας περιμένει, αναδυόμενο από το σκοτάδι ή πίσω από τον τοίχο στο πάρκινγκ στο πίσω μέρος του εστιατορίου.

«Knight, Death, and the Devil», Άλμπρεχτ Ντύρερ, 1513
Τι υποστηρίζει τελικά
Ο κριτικός Σεμπάστιαν Σμι, φαίνεται να μας εξηγεί πως το οπτικό αποτέλεσμα με το οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι στο σύνολο του έργου του Ντέιβιντ Λιτς δεν γεννήθηκε εν κενώ. Η ιστορία του κινηματογράφου η ίδια είναι που έκανε τον εαυτό της προθάλαμο για ό,τι έπεται σε αυτήν.
Είναι εκείνες οι μορφές του Μπάιριτζ που αν δεν πάλευαν μεταξύ τους δεν θα είχαμε κινηματογράφο και είναι εκείνη η «μυθολογία του τρόμου» με τις γκραβούρες που «μυρίζουν» θάνατο, χωρίς τις οποίες κανένας Ντέιβιντ Λιντς δεν θα υπήρχε πουθενά. Κι αν υπήρχε κάπου, δεν θα ήταν ο ίδιος.
*Πηγή: The Washington Post
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις