Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025
weather-icon 6o
Οδυσσέας Ελύτης: Η ποίηση είναι έργο υπομονής

Οδυσσέας Ελύτης: Η ποίηση είναι έργο υπομονής

Το καθήκον του πνευματικού ανθρώπου

Πώς αισθάνεται ο ποιητής σ’ έναν κόσμο που η ποίηση δεν φαίνεται να του λέει και πολλά πράγματα; ρώτησα τον Οδυσσέα Ελύτη, σε μια φιλική συζήτηση που είχαμε προ ημερών.

Όπως αισθάνεται κάποιος που αφιέρωσε όλη του τη ζωή σ’ ένα ιδανικό και το βλέπει να χάνεται. Όμως, εμένα εκείνο που με στηρίζει είναι η Ελλάδα του Σολωμού «μέσα εις το μέλλον, εντυμένη με άπειρη δόξα».

Είχα να δω τον Ελύτη τρία και πλέον χρόνια, όσα περίπου έλειψε στο εξωτερικό, και καθώς είχα πληροφορηθεί ότι μόλις τώρα συνερχόταν από μια επώδυνη αρρώστια, μια δισκοπάθεια που τον είχε βασανίσει τρεις ολόκληρους μήνες, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη που τον έβλεπα τόσο λίγο αλλαγμένο: μπορεί να έπιανε τη μέση του καθώς πήγαινε να καθίσει, μπορεί τα μαλλιά του να είχαν λιγοστέψει πολύ περισσότερο, ήταν όμως πάντα στητός και σίγουρος, η φωνή του ακουγόταν ηχηρή και καθάρια, και το βλέμμα του κοιτούσε θαρραλέα, χωρίς την αλλοτινή τάση του να ξεφύγει για κάπου αλλού.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.4.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ώστε παραδέχεσθε ότι η ποίηση περνά κρίση, ότι ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται πια γι’ αυτήν;

Θα ήταν άδικο να το πούμε αυτό για την Ελλάδα, όπου ποιητές όπως ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος ξεπερνούν σε αριθμό κυκλοφορίας όλους τους πεζογράφους. Αλλά ότι ο κίνδυνος υπάρχει και ότι το φαινόμενο είναι παγκόσμιο, δεν το αμφισβητώ. Όσο πιο προηγμένος είναι ο τεχνολογικός πολιτισμός σε μια χώρα, τόσο το ποιητικό πνεύμα υποχωρεί. Στη Γαλλία, όταν είπα ότι οι «Προσανατολισμοί» μου έχουν πουλήσει 15.000 αντίτυπα, τους φάνηκε απίστευτο. Εκεί, ακόμη και μεγάλοι ποιητές, όπως ο Σαιν-Τζων Περς, με βραβείο Νομπέλ, δεν πουλούν περισσότερα από δυο-τρεις χιλιάδες αντίτυπα. Όπως λέει ο φίλος μου ο Γκάτσος, μεταξύ αστείου και σοβαρού, αυτό συμβαίνει επειδή εμείς εδώ είμαστε υπανάπτυκτοι. Ασφαλώς όμως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι η παράδοση. Η ποίηση στον τόπο μας έχει πολύ βαθιές ρίζες. Παράγουμε ποίηση εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια αδιάσπαστα και στην ίδια γλώσσα, μοναδικό παράδειγμα μέσα σ’ ολόκληρο τον Δυτικό πολιτισμό.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.4.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ποια είναι η δική σας στάση απέναντι σ’ αυτή την παράδοση, δηλαδή στο νεώτερο μέρος της;

Ευτυχήσαμε να έχουμε τον Σολωμό. Όσο περνούν τα χρόνια, τόσο περισσότερο ανακαλύπτω το μεγαλείο του. Νομίζω ότι είναι ένας από τους δέκα μεγαλύτερους ποιητές όλων των καιρών. Ύστερα είναι ο Κάλβος, ποιητής ανολοκλήρωτος, αλλά εξαιρετικά πρωτότυπο πνεύμα. Και βέβαια, με μερικές επιφυλάξεις, ο Παλαμάς, ο Σικελιανός, ο Καβάφης…

Οι επιφυλάξεις αφορούν και τους τρεις τελευταίους;

Δεν πρόκειται τόσο για επιφυλάξεις όσο για προσωπικές μου δυσκολίες. Πάρτε τον Καβάφη π.χ. Αναγνωρίζω ανεπιφύλαχτα όλη του τη μεγάλη σημασία, ωστόσο κάτι μ’ εμποδίζει να τον βάλω πλάι στον Σολωμό. Κάτι μου φταίει, που δεν το έχω προσδιορίσει μες στη συνείδησή μου. Ίσως να είναι ο αποκλειστικά εμπειρικός τρόπος που βλέπει τα πράγματα. Το γεγονός ότι δεν επικοινωνεί, παρά πολύ σπάνια, με αυτό που ονομάζουμε υπερβατική αλήθεια. Κοντολογίς, του λείπει το «από Θεού». Ίσως όμως και νάχω λάθος.


Και ο Σεφέρης;

Η βαθύτατη εκτίμηση που του έχω είναι συνυφασμένη με μια φιλία που ξεπέρασε το τέταρτον του αιώνος. Υπήρξε ο μεγάλος συνταξιδιώτης. Μαζί μ’ αυτόν, με τον Ανδρέα Εμπειρίκο και μερικούς άλλους νεώτερους, συγκεντρωθήκαμε κάποτε γύρω από τα «Νέα Γράμματα». Με την καθοδήγησή του ζητήσαμε ν’ αποκαλύψουμε το αληθινό πρόσωπο της Ελλάδας. Αυτό ακριβώς που είδαμε να κακοπαθαίνει τα τελευταία χρόνια.

Αναφέρεστε σε συγκεκριμένα γεγονότα;

Ασφαλώς. Συγκεκριμένα και γνωστά.

Πώς αντιδράσατε σ’ αυτή την κατάσταση;

Σηκώθηκα κι’ έφυγα για το εξωτερικό, γεμάτος πίκρα…

Και σιωπηλός.

Ναι, όπως σιωπηλοί ήμαστε όλοι τότε. Το καλοκαίρι του ’70 πέρασα λίγους μήνες στην Κύπρο, στο ίδιο σπίτι όπου έμενε ο Σεφέρης όταν έγραφε το «Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν», σ’ αυτό το σπίτι που «πάει να γίνει φυτό» όπως έλεγε ο ίδιος. Ύστερα γύρισα πάλι στο Παρίσι. Σκόπευα να μείνω πολύ έξω, τουλάχιστον ώσπου να σημειωθεί κάποια αλλαγή.


Και πώς αποφασίσατε να γυρίσετε;

Πολύ απλά. Όταν πέρασε η πίκρα του πρώτου καιρού, κατάλαβα ότι δεν είχε κανένα νόημα να μένω μακριά από την Ελλάδα. Ό,τι είχα να πω, έπρεπε να το πω εδώ.

Πράγματι, ήρθατε με μια σειρά ποιητικά έργα. Πώς αποφασίσατε να λύσετε τη σιωπή σας;

Και αυτό συνέβη πολύ απλά, και όχι μόνο σ’ εμένα. Όπως πριν από πέντε χρόνια αποφασίσαμε να σιωπήσουμε, έτσι τώρα αποφασίσαμε να μιλήσουμε και πάλι. Χωρίς συνεννόηση, χωρίς συμφωνία, νιώσαμε ότι είχε έρθει η στιγμή. Η αλήθεια είναι πάντως ότι τα «Δεκαοχτώ Κείμενα» έπαιξαν έναν ρόλο σ’ αυτή την απόφαση, έδωσαν το πρώτο παράδειγμα.

Νομίζετε λοιπόν ότι είχε σημασία αυτή η έκδοση;

Απ΄ αυτή την άποψη, ναι.

Γιατί δεν συνεργαστήκατε; Δεν σας το ζήτησαν;

Πώς, μου το ζήτησαν. Αλλά είχα πάντα μια δυσκολία να εντάσσομαι σε ομάδες. Ούτε καν για τα επαγγελματικά μου συμφέροντα δεν φρόντισα νάμαι γραμμένος σε κάποιο σωματείο. Αυτό το ελάχιστο που μπορώ να κάνω, θέλω να το κάνω μόνος μου. Και δεν είναι ναρκισσισμός αυτό, σας παρακαλώ να το πιστέψετε.


Σ’ αυτά τα έργα που παρουσιάσατε με την επιστροφή σας υπάρχουν τα συναισθήματα πίκρας που σας έκαναν να φύγετε;

Με τον τρόπο μου, ναι, υπάρχουν. Αλλά, βλέπετε, εγώ βάζω την ποιότητα πάνω από τη σκοπιμότητα, όσο σημαντική και αν είναι η σκοπιμότητα και όσο κι’ αν ξέρω ότι με την αρχή αυτή διαφωνούν πολλοί, ιδιαίτερα σε μέρες όπως οι σημερινές. Στον «Κωνσταντίνο Παλαιολόγο», λόγου χάρη, είναι εμφανής η περίπτωση του ανθρώπου που μάχεται και πέφτει για το ιδανικό του.

[…]

Όλα αυτά τα έργα σας είναι γραμμένα έξω από την Ελλάδα. Παραδόξως όμως στις σελίδες τους δεν συναντιούνται εμπειρίες από τους ξένους τόπους…

Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Και φαίνεται παράξενο σε πολλούς. Αλλά εγώ δεν μπόρεσα ποτέ μου να γράψω ημερολογιακά, και το λέω χωρίς την παραμικρή διάθεση να υποτιμήσω το είδος. Ημερολογιακά έγραψε ο Σεφέρης τα ωραιότερα ποιήματά του. Απλούστατα ο τρόπος που λειτουργώ είναι διαφορετικός. Και οι ξένοι τόποι δε μου λένε τίποτα. Έχω από μιας αρχής έναν πυρήνα μύθου μέσα μου, που τον αναπτύσσω, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σ’ όλο το μάκρος της ζωής μου. Οπουδήποτε και να με βάλετε θα γράψω τα ίδια πράγματα.

Με αυτή την εντυπωσιακή παρουσία σας του τελευταίου καιρού (πέντε βιβλία μαζί είναι μάλλον σπάνιο πράγμα) επιδιώκετε άλλους σκοπούς εκτός από τους καθαυτό λογοτεχνικούς; Εννοώ, αυτές οι εκδόσεις σας έχουν και τη σημασία μιας «θέσεως»;

Καθόλου. Δεν έχω άλλες φιλοδοξίες, ούτε θα μου άρεσε να γίνω σύμβολο κανενός είδους, εκτός κι’ αν είναι του «ανεξάρτητου πνεύματος». Για μένα, ο πνευματικός άνθρωπος έχει δύο υποχρεώσεις: πρώτον να μη συνεργάζεται ποτέ με ανθρώπους ή καταστάσεις που δεν εγκρίνει. Και δεύτερον να κάνει όσο μπορεί καλύτερα τη δουλειά του, την τέχνη του. Μην ξεχνούμε ότι η Ελλάδα, προ πάντων αυτή τη στιγμή, έχει ανάγκη να κρατηθεί όσο γίνεται πιο ψηλά στην πνευματική της υπόσταση. Να μη χάσει το νήμα της παράδοσης. Ο καθένας μας ας κάνει ό,τι μπορεί. Σέβομαι και τιμώ όσους έχουν μια διαφορετικήν αντίληψη. Ωστόσο εξακολουθώ να πιστεύω ότι η πρώτη μάχη που έχει να δώσει ένας ποιητής είναι η μάχη της ποιότητας.


Ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις του κοινού στα τελευταία έργα σας;

Α, είναι πολύ νωρίς ακόμη για να το πούμε αυτό. Δεν έχουν καν κυκλοφορήσει όλα μου τα βιβλία. Μην ξεχνάτε ότι το «Άξιον Εστί» χρειάστηκε δυο και τρία χρόνια για να χωνευτεί. Φοβούμαι ότι το ίδιο θα συμβεί τώρα με το «Φωτόδεντρο». Τι να κάνουμε… Η ποίηση είναι έργο υπομονής όχι μόνο για τον ποιητή αλλά και για τον αναγνώστη. Όσο για μένα, χωρίς να ισχυρίζομαι ότι δεν μ’ ενδιαφέρει η αντίδραση του κοινού, από τη στιγμή που τυπώνω ένα βιβλίο βρίσκομαι κιόλας αλλού, στο καινούριο που ετοιμάζω. Έτσι περίπου αισθάνονται όλοι, νομίζω: ότι με το επόμενο βήμα τους θα κάνουν κάτι καλύτερο. Και ίσως να είναι αυτή η αυταπάτη που μας κρατάει στη ζωή.

*Συνομιλία του Οδυσσέα Ελύτη με τον Λεωνίδα Ζενάκο, που έφερε τον τίτλο «Η επιστροφή του Οδυσσέα Ελύτη» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Τρίτη 18 Απριλίου 1972, στα χρόνια της χούντας.


Ο Λεωνίδας Ζενάκος

Ο Λεωνίδας Ζενάκος (1932-2017), διακεκριμένος δημοσιογράφος, ποιητής και μεταφραστής, συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με «Το Βήμα», αφού εργάστηκε σε αυτό επί μισόν και πλέον αιώνα.

Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 2 Νοεμβρίου 1911. Έζησε στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του το 1914.

Η καταγωγή του από τη Λέσβο, η γέννησή του στην Κρήτη, τα καλοκαίρια των παιδικών του χρόνων στις Σπέτσες και τις Κυκλάδες διαμόρφωσαν μια βαθύτατα νησιωτική συνείδηση, που αργότερα στη διασταύρωσή της με τον υπερρεαλισμό δημιούργησε μια ποίηση πρωτότυπη, γεμάτη πλήθος λυρικών εικόνων, αλλά και επαναστατικών δυνάμεων. Μια ποίηση που με άξονα το φως ζήτησε να αποκρυπτογραφήσει το μυστήριο της ύπαρξης.


Τελειώνοντας το γυμνάσιο στην Αθήνα, ο Ελύτης ακολούθησε νομικές σπουδές, ενώ υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στον πόλεμο της Αλβανίας.

Εγκαταστάθηκε δύο φορές στο Παρίσι, (1948- 1951 και 1969-1971), όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας στη Σορβόννη και ήρθε σε επαφή με τους κυριότερους ποιητές και ζωγράφους του εικοστού αιώνα.

Το 1979 ο Ελύτης τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας.

Έζησε έως το τέλος του βίου του, στις 18 Μαρτίου 1996, αφοσιωμένος στην ποίηση.

Στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου, ο Οδυσσέας Ελύτης στην τουρκοπατημένη πια Αμμόχωστο, το καλοκαίρι του ’70.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025
Απόρρητο