
«Χειριστικός σειριακός, σχεδόν μονογαμιστής»: Οι σκοτεινοί έρωτες του Πικάσο σε νέο βιβλίο
Ένα νέο βιβλίο φέρνει στο φως τις αξιοσημείωτες ιστορίες των έξι πιο σημαντικών γυναικών στη ζωή του καλλιτέχνη - και τη χειριστική συμπεριφορά του απέναντι τους
Το φθινόπωρο του 1917, ο Πικάσο πήρε τη μπαλαρίνα Όλγα Χοχλόβα να γνωρίσει τη μητέρα του. «Δεν ξέρεις σε τι περιπέτειες σε βάζεις», την προειδοποίησε η Νόννα Μαρία. «Καμία γυναίκα δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένη με τον γιο μου. Είναι διαθέσιμος στον εαυτό του. Σε κανέναν άλλον». Η Χοχλόβα αγνόησε τη συμβουλή της και το επόμενο καλοκαίρι παντρεύτηκε τον Πικάσο. Δεν μπορούσε να αντισταθεί στη γοητεία του. Δεν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία.
Στο βιβλίο της Hidden Portraits: The Untold Stories of Six Women Who Loved Picasso (Kρυμμένα Πορτρέτα: Οι Άγνωστες Ιστορίες των Έξι Γυναικών Που Αγάπησαν Τον Πικάσο) η Σου Ρόε αποκαλύπτει τις αξιοσημείωτες ιστορίες των έξι γυναικών στη ζωή του Πικάσο από το 1904 μέχρι τον θάνατό του το 1973, δεν ήταν οι μόνες, αλλά ήταν οι σημαντικότερες διευκρινίζει στους The Times.
Το βιβλίο αναφέρεται στις Φερνάντ Ολιβιέ, τη Χοχλόβα, τη Μαρί Τερέζ Βαλτέρ, τη Ντόρα Μαρ, τη Φρανσουάζ Ζιλιό και τη Ζακλίν Ροκ. Δύο από αυτές τον παντρεύτηκαν. Τρεις ήταν οι μητέρες των παιδιών του. Όλες τους διαμορφώθηκαν από εκείνον, όπως και εκείνος από αυτές.
«Ένα πρόβλημα — για εκείνον όπως και για τις γυναίκες που τον αγαπούσαν — ήταν ότι ο Πικάσο ήταν ο τύπος που παντρεύεται. Δεν μπορούσε ποτέ να αντέξει να χάσει κάποια από τη ζωή του»
Η ιστορία τους και τα σταυροδρόμια που συναντήθηκαν, είναι συναρπαστική και απόλυτα επίκαιρη. Το 2019 μια αναδρομική έκθεση στην Tate Modern σύστησε στο κοινό τη Μαρ και το 2023 ένα ντοκιμαντέρ τριών επεισοδίων προβλήθηκε για την κληρονομιά και τους έρωτές του ζωγράφου.
Ο Πικάσο έχει χαρακτηριστεί ως τέρας της τέχνης αλλά και ως τέρας στις σχέσεις του. Αν κάτι κάνει η συγγραφέας που δεν έχει προηγηθεί είναι η προσεκτικά μελετημένη, συλλογική προσέγγισή της στο να αναδείξει τις ιστορίες αυτών των γυναικών, οι οποίες για πολύ καιρό είχαν παραμεληθεί από ιστορικούς, μελετητές και βιογράφους του Πικάσο ως «σιωπηλές μούσες».
Ήταν πολλά περισσότερα από αυτό.

Η Όλγα Χοχλόβα στο στούντιο Montrouge του Πικάσο, άνοιξη 1918
Η Φερνάντ Ολιβιέ, μια «δυστυχισμένη ορφανή» που έγινε «εντελώς μποέμ» και που όταν γνώρισε τον Πικάσο την άνοιξη του 1904 είχε αφήσει έναν σκληρό σύζυγο αναζητώντας έναν πιο «δημιουργικό τρόπο ζωής» απολάμβανε τη νέα ζωή της στη Μονμάρτρη, όπου πόζαρε για ζωγράφους και έμαθε να σχεδιάζει σε καβαλέτο και αργότερα να ζωγραφίζει.
Δεν είχε ιδέα ποιος ήταν ο Πικάσο, και όταν άρχισε να την πλησιάζει στον δρόμο και να την προσκαλεί στο στούντιό του — όπως έκανε με κάθε μία από τις έξι γυναίκες — αρχικά ήταν διστακτική. Μέχρι που μια μέρα την έπεισε να καπνίσει όπιο μαζί του, και ανακάλυψε ότι υπό την επήρεια του «όλα φαίνονταν θαυμάσια, συμπεριλαμβανομένου και του Πικάσο».
Ιερό τέρας της τέχνης αλλά και ένα τέρας στις σχέσεις του με τις γυναίκες που τον ερωτεύτηκαν με αφοσίωση, ο Πάμπλο Πικάσο ήταν αμφιλεγόμενος ως εραστής
Ήταν πρόθυμη να διευρύνει τους ορίζοντές της, και εκείνος την έκανε ευτυχισμένη — τουλάχιστον στην αρχή. Με τον καιρό, η απουσία του έγινε πολύ έντονη για να αγνοηθεί. Ο Πικάσο πάντα δούλευε, και πιθανώς είχε άλλες γυναίκες για τις επόμενες δημιουργικές περιπέτειες του.
Το ίδιο μοτίβο συνέβη και με τη Χοχλόβα, η οποία συνάντησε τον Πικάσο το 1917 στο Palazzo Theodoli-Bianchelli στη Ρώμη κατά τη διάρκεια των προβών της χορευτικής ομάδας του Ντιάγκιλεφ, των Μπαλέτων Ρωσίας.

O Πάμπλο Πικάσο με τη σύζυγο του Όλγα και τον γιος του Πάουλο, το 1933
Χόρευε, εκείνος σχεδίαζε τη σκηνή. «Από την αρχή, η σχέση τους ήταν δημιουργική, μια ένωση δύο ίσων», γράφει η Ρόε. Αλλά τότε η Χοχλόβα τραυματίστηκε και δεν μπορούσε να χορέψει ξανά, και ήρθε η Βάλτερ, 17 ετών, φρέσκια και αθλητική. Για όλη της τη ζωή, η Χοχλόβα κρατούσε μυστικά μια κάρτα από τη Βάλτερ προς τον Πικάσο.
Παρά το γεγονός ότι ήταν «αδιάκοπα ανορθόδοξος» στη δουλειά του, ο Πικάσο ήταν «σε ορισμένες περιπτώσεις συμβατικός στη ζωή».
«Ένα πρόβλημα — για εκείνον όπως και για τις γυναίκες που τον αγαπούσαν — ήταν ότι ο Πικάσο ήταν ο τύπος που παντρεύεται. Δεν μπορούσε ποτέ να αντέξει να χάσει κάποια από τη ζωή του» γράφει η Ρόε. Αυτό εξηγεί όλες τις «επικαλύψεις» στην ερωτική του ζωή. Όταν η Βάλτερ ήταν με τον Πικάσο, εκείνος ήταν επίσης με τη Μαρ, μετά με τη Ζιλιό και τελικά με τη Ροκ.
Ήταν ένας «σχεδόν σειριακός μονογαμιστής» σχολιάζει.
«Όλες τους αφέθηκαν πρόθυμα σε εκείνον», «όλες ήταν πρόθυμες μούσες» και «όλες οι γυναίκες υποτάχθηκαν πρόθυμα στη μαγνητική του έλξη»
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Κάθε γυναίκα έχει το δικό της, αφιερωματικό κεφάλαιο στην έκδοση, με την ίδια δομή. Υπάρχει μια ιστορία για κάθε μία από αυτές πριν γνωρίσουν τον Πικάσο και μία ιστορία μετά από αυτόν.
Είναι μια δομή που διατρέχει τον κίνδυνο να είναι επαναλαμβανόμενη, και σίγουρα διαπιστώνονται επαναλμβανόμενα μοτίβα στη δυναμική των εραστών και συντρόφων.
Οι περισσότερες κρατούσαν αποστάσεις από αυτόν όταν τον γνώρισαν· με εκείνον ως κινητήρια δύναμη και κεντρικό πρόσωπο, οι ζωές τους βελτιώθηκαν· οι ολοένα και πιο συχνές απουσίες του, τις οδηγούσαν στη βαρεμάρα, τη μοναξιά, την κατάθλιψη.
Αλλά, μεταφέροντας τη ζωή ενός χαρακτήρα στη συνέχεια ενός άλλου, η Ρόε μας εισάγει αποτελεσματικά και με ενσυναίσθηση στους κόσμους τους και μας επιτρέπει να δούμε τα ίδια γεγονότα από διαφορετικές προοπτικές.
Όλες τους έπαιξαν ενεργό ρόλο στη μεταμόρφωσή του από έναν θαρραλέο νέο ζωγράφο σε μια αστραφτερή διασημότητα.

Το έργο του Nu au fauteuil noir, 1932, του Πάμπλο Πικάσο, δημοπρατήθηκε από τον οίκο Christie’s στη Νέα Υόρκη. Το έργο φέρεται να είναι πορτρέτο της συζύγου του Μαρί Τερέζ Βαλτέρ
Η Ολιβιέ τον έπεισε να μην αναλάβει δουλειές που ήξερε ότι θα τον έκαναν δυστυχισμένο. Η Χοχλόβα τον ενέπνευσε να χρησιμοποιήσει την κάμερα στην προετοιμασία των πορτραίτων του, και ο σχεδιασμός σκηνών και κοστουμιών για τα Μπαλέτα Ρωσίας του έδωσε πρόσβαση στον πολιτιστικό κύκλο. Η Βάλτερ τον ενέπνευσε να πειραματιστεί με τη γυναικεία μορφή, ξανά και ξανά.
Όταν το ισπανικό χωριό Γκερνίκα βομβαρδίστηκε τον Απρίλιο του 1937 και ο Πικάσο ζωγράφισε τον θρυλικό πίνακα -σίγουρα το πιο διάσημο έργο του και η πιο ισχυρή πολιτική του δήλωση ενάντια στο ναζιστικό καθεστώς κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου- η Μαρ φωτογράφισε κάθε στάδιο της δουλειάς αποτυπώνοντας τη δημιουργία του. «Αυτό ήταν το συνεργατικό, δημιουργικό τους ντοκουμέντο των φρικτών γεγονότων καθώς εκτυλίσσονταν, η ενημερωμένη τους αναφορά» γράφει η Ρόε.
«Ίσως καθόλου τυχαία οι έξι γυναίκες είχαν υποστεί παιδικό τραύμα ή είχαν υποβληθεί σε κακοποιητική ή ελεγκτική μεταχείριση νωρίς στη ζωή τους»
Από την αρχή, η Ρόε καθιστά σαφές ότι αυτές οι σχέσεις — επαγγελματικές και ερωτικές — ήταν συναινετικές. «Όλες τους αφέθηκαν πρόθυμα σε εκείνον», «όλες ήταν πρόθυμες μούσες» και «όλες οι γυναίκες υποτάχθηκαν πρόθυμα στη μαγνητική του έλξη». Και ενώ δεν αποφεύγει τη «διαβολική συμπεριφορά» του, η Ρόε δεν στέκεται επικριτικά απέναντι σε αυτή. Και αυτό είναι μάλλον ένα από τα μελανά σημεία της έκδοσης σημειώνουν οι The Times.
Υπάρχουν σημεία ενοχλητικά. Όπως για παράδειγμα, ότι «ίσως καθόλου τυχαία οι έξι γυναίκες είχαν υποστεί παιδικό τραύμα ή είχαν υποβληθεί σε κακοποιητική ή ελεγκτική μεταχείριση νωρίς στη ζωή τους».
Ή όταν διαβάζεις ότι όταν η Ολιβιέ ζούσε με τον Πικάσο στη Μονμάρτρη, εκείνος την κλείδωνε μέσα όταν έβγαινε για προμήθειες, «τόσο ανήσυχος ήταν να την κρατήσει για τον εαυτό του».
Ή όταν μαθαίνεις ότι όταν η Ζιλιό προσπάθησε να τον αφήσει, της είπε ότι αυτό που χρειαζόταν ήταν ένα παιδί· εκείνη διαφώνησε, αλλά αποφάσισε να δώσει άλλη μια ευκαιρία στη σχέση τους. Λίγες εβδομάδες αργότερα ήταν έγκυος.
Σύμφωνα με το βιβλίο, αυτές οι γυναίκες αγαπούσαν τον Πικάσο — και τον αγαπούσαν με πάθος και ειλικρίνεια. Η Ροκ, που ήταν 26 όταν τον γνώρισε (εκείνος ήταν 72), του ήταν αφοσιωμένη καθ’ όλη τη διάρκεια του γάμου τους. Δούλευε πυρετωδώς μέχρι το τέλος και εκείνη τον στήριζε μα χαρά. Όταν οι πίνακές του άρχισαν να συσσωρεύονται και η Ροκ δεν ήξερε πια πού να βάλει ένα τραπέζι για να γευματίζουν, «τελικά τοποθέτησε μια ξύλινη επιφάνεια στην είσοδο του σπιτιού, και εκεί έτρωγαν».

Ζαν Κοκτό, Πάμπλο Πικάσο και ο γιος του ζωγράφου, Κλοντ, το 1957
Γιατί όμως τον λάτρευαν; Γιατί παρέμεναν μαζί του και γιατί διατηρούσαν επαφή με τον ζωγράφο όταν η σχέση τελείωνε και εκείνος τις είχε αντικαταστήσει με την επόμενη;
Ο Πικάσο ήταν επίμονος, προσεκτικός, έξυπνος και ευχάριστος στην όψη. Η γιαγιά της Ζιλιό είπε ότι δεν είχε δει ποτέ έναν άντρα με τόσο λείο δέρμα. Ήταν αφοσιωμένος στην τέχνη του, και η τέχνη του ήταν μια διαρκής έκπληξη. Η Ολιβιέ συγκινήθηκε από την τέχνη του, ένιωθε ότι έδειχναν το θέμα του με ένα ανθρώπινο εικαστικό βλέμμα, κάτι που σπάνιζε. Το ίδιο και η Μαρ. Πίστευε ότι το σώμα του έργου του Πικάσο ήταν γοητευτικό, το ίδιο και εκείνος για το δικό της.
Και προφανώς, αν και περιστασιακά, τις φρόντιζε και τις πρόσεχε.
Όταν ο σκύλος της Μαρ εξαφανίστηκε, της έφτιαξε έναν από χαρτί, χαρτόνι, φελλό και σύρμα· στη συνέχεια της έδωσε μια (πραγματική) γάτα, αν και ήταν μια γάτα που είχε βρει στο δρόμο. Η οικονομική του υποστήριξη επέτρεψε στη Βάλτερ να αγοράσει ένα ταπεινό σπίτι στη Μεντόν με πορτοκαλιές και λεμονιές και ο Πικάσο βοήθησε τη Χοχλόβα να διατηρήσει επαφή με την οικογένειά της στη Ρωσία, και κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της σε κλινική στη νότια Γαλλία, φρόντισε να την επισκέπτεται καθημερινά μια φίλη της.
Ίσως τελικά η «διαβολική συμπεριφορά» του ήταν και ένα κομμάτι του που όμως μπορούσε να συγχωρεθεί. Όπως έγραψε στην ευχή της η μητέρα του Πικάσο, Νόννα Μαρία, σε ένα γράμμα της στη Χοχλόβα το φθινόπωρο του 1918 «αυτή η σχέση ας έχει αδιάκοπη ευτυχία. Μα μπορείτε να αγαπάτε και να φροντίζετε ο ένας τον άλλον, γιατί αγαπώντας ο ένας τον άλλον, μπορείτε να συγχωρείτε τις αδυναμίες του άλλου».

Το βιβλίο Hidden Portraits: The Untold Stories of Six Women Who Loved Picasso κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Faber
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις